ΚΑΙ ΑΣ ΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΗΣ
ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΟΥ, Ή ΤΗΝ ΚΑΘΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ
Ὁ Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ἔστειλε ἐπιστολὴ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, διὰ τῆς ὁποίας τὴν πληροφορεῖ ὅτι μαθαίνοντας γιὰ τὶς αἱρετικὲς τοποθετήσεις τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας ἔχει μείνει «ἄναυδος καὶ ἐμβρόντητος ἐκ τῆς πελωρίας ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς τοῦ Σεβασμιωτάτου» κ. Χρυσοστόμου. Δηλώνει ὅτι: ἐσιώπησα «ἐπὶ 8μηνον προσευχόμενος καὶ ἀναμένων τὴν ἐπισήμανσιν τοῦ δεινοῦ αὐτοῦ ἐκκλησιολογικοῦ ἀτοπήματος ὑπὸ ἀρχαιοτέρων… συνεπισκοπῶν μου, ἵνα μὴ παραμένη ἐπισήμως ἐκπεφρασμένη ἡ ἄστοχος καὶ βλάσφημος αὕτη, …ἐκκλησιολογικὴ τοποθετησις» τοῦ κ. Χρυσοστόμου, ἡ ὁποία κατηγγέλθη ὑπὸ λαϊκῶν μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας (καὶ ἐννοεῖ τὴν Μηνυτήριο Ἀναφορὰ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδό ποὺ κατέθεσε ἡ «Φιλορθόδοξος Ἕνωσις “Κοσμᾶς Φλαμιάτος”» (ἀλλὰ καὶ ἄλλοι φορεῖς), ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ 80 Μητροπολίτες δὲν εὐαισθητοποιήθηκαν νὰ τὴν ἐξετάσουν.
Νὰ θυμήσουμε, ὅτι αὐτὴ τὴν Μηνυτήριο Ἀναφορά, ἐπειδὴ κατετέθη ὑπὸ λαϊκῶν, ἡ Ἱ. Σύνοδος ἀρνήθηκε νὰ τὴν ἐξετάσει ―ὅπως ἔδειξαν τὰ πράγματα― καὶ δὲν ἀπάντησε (θετικὰ ἢ ἀρνητικὰ) πρὸς τοὺς λαϊκοὺς ποὺ τὴν κατέθεσαν, παρουσιάζοντας ἄλλη μία φορὰ τὸ πρόσωπο ἑνὸς ἐξουσιαστικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καθεστῶτος, ποὺ θεωρεῖ τὴν Ἐκκλησία «τσιφλίκι» τῶν Ἐπισκόπων, ὑποτιμώντας βάναυσα, ἀπαξιώνοντας καὶ περιθωριοποιώντας τὸ λαϊκὸ στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησίας καὶ πληγώνοντας τὴν Ὀρθοδόξη Συνοδικὴ Ἐκκλησιολογία. Μόλις, ὅμως, ἐτέθη τὸ θέμα ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο, ἄρχισε ἡ Ἱ. Σύνοδος νὰ ἐξετάζει τὸ θέμα· κάτι κινήθηκε· ἄρχισε μία διαδικασία ἀνταλλαγῆς Ἐπιστολῶν. Αὐτὸ ἀσφαλῶς μᾶς χαροποιεῖ καὶ μᾶς δίνει κάποιες ἐλπίδες, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει μιὰ Συνοδικὴ ἀντίδραση ἐναντίον τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἀρκεῖ νὰ συνεχιστεῖ, μὲ τὴν εὐλογία καὶ τὴν οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ, πρὸς τὴν σωστὴ κατεύθυνση.
Βέβαια, τὸ μεγάλο πρόβλημα τὴ στιγμὴ αὐτὴ δημιουργεῖται ἀπὸ τὴν ἀπαντητικὴ ἐπιστολὴ τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας. Πρόκειται γιὰ μιὰ ἀπάντηση ποὺ ἤδη ὁ θεολόγος καὶ φιλόλογος κ. Τελεβάντος χαρακτήρισε ὡς «ἀθεολόγητη, προπετῆ, κουτσομπολίστικη, γεμάτη ψεύδη, ἐμπαθῆ, κακοήθη, μικροπρεπῆ, ἀνάξια ὄχι μόνον ἐπισκόπου ἀλλὰ κάθε ἀνθρώπου ποὺ σέβεται στοιχειωδῶς τὸν ἑαυτὸ του», καὶ ἀπὸ ὅσα θὰ ἀναφέρουμε στὴ συνέχεια, ἀποδεικνύονται ἐξαιρετικὰ εὔστοχοι οἱ χαρακτηρισμοί του.
Α. Ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος δηλώνει ὅτι μὲ τὴν Ἐπιστολή του αὐτὴ (ποὺ ἀπευθύνει πρὸς τὸν Προεδρο τῆς Ἱ. Συνόδου) θὰ δώσει διευκρινήσεις «στὶς ἀμφιβολίες ποὺ ἐκφράζει ὁ Σεβ. Κυθήρων, σχετικὰ μὲ τὴν ὀρθοφροσύνη μου καὶ τὴν ὀρθοδοξία μου». Μὲ τὶς διευκρινήσεις, ὅμως, ποὺ δίδει ἐπιτείνει τὶς ἀμφιβολίες γιὰ τὴν «ὀρθοφροσύνη» καὶ τὴν «ὀρθοδοξία» του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀξιοπιστία του.
1) Δηλώνει ὅτι κατὰ τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Ὀκτωβρίου 2009 «οὐδεμία ἐξεφράσθη ἀμφισβήτηση γιὰ τὶς θέσεις τὶς ὁποῖες διετύπωσα, οὔτε κάποια ἐπιφύλαξη ἐξεδηλώθη, γιὰ τὶς ἐκκλησιολογικές μου τοποθετήσεις, τὶς ὁποῖες μάλιστα ἀνέπτυξα, ἐξ ἀφορμῆς σχετικῆς ἐρωτήσεως τοῦ Σεβ. Πειραιῶς». Ὅμως, ἄλλη εἶναι ἡ ἀλήθεια. Πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν Ι.Σ.Ι. ἀμφισβητήθηκε ἔντονα ἡ καταλληλότητα τοῦ Μεσσηνίας ὡς ἐκπροσώπου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὸν Διάλογο μὲ τοὺς παπικοὺς στὴν Πάφο τῆς Κύπρου. Σγκεκριμένα:
(Ι) Ὁ Κονίτσης κ. Ἀνδρέας, γιὰ πρώτη φορὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες ―ἀπὸ ὅσο γνωρίζουμε― καὶ ἐπειδὴ ἀνησυχοῦσε καὶ ἀμφέβαλε γιὰ τὶς θέσεις τῶν ἐκπροσώπων μας στὸν Διάλογο Μητροπολιτῶν Μεσσηνίας καὶ Ἀχαΐας, ἀπέστειλε ἐπιστολὴ ―πρὶν ἀπὸ τὴ σύγκληση τῆς Ἱ. Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας― πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο, στὴν ὁποία παρακαλεῖ, ὅπως «γνωστοποιήσητε ἐὰν ἐδόθη εἰς τὰ μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς ἡ ὀρθὴ-ὀρθόδοξος κατευθυντήριος γραμμή, εἰς ἣν δέον νὰ παραμείνουν ἀμετακίνητα».
(ΙΙ) Ὡσαύτως, ὁ Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο, μὲ εὔσχημο τρόπο ἐκφράζει τὴν ἴδια ἀνησυχία. Γράφει: «φρονῶ ὅτι, δέον ὅπως συζητηθῆ θεολογικῶς τὸ θέμα ὑπὸ τῆς Σεπτὴς Ἱεραρχίας τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας καὶ τοποθετηθῆ καὶ ἐκφρασθῆ σαφῶς ἐπ’ αὐτοῦ τὸ Ἱερὸν Σῶμα, οὕτως ὥστε ὁ ἡμέτερος Σεβασμιώτατος Ἐκπρόσωπος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομος, ὅστις διακρίνεται διὰ τὴν θεολογικήν του ἐπάρκειαν, εὐρυμάθειαν καὶ ὀρθοκρισίαν, ἐνισχυθῆ ἐν τῇ τελικῇ διαμορφώσει τοῦ κοινοῦ κειμένου τῆς ὡς εἴρηται Διεθνοῦς Συνελεύσεως».
(ΙΙΙ) Ἐπίσης, ἡ ἐφημ. «Στῦλος Ὀρθοδοξίας» (τ. 104, Σεπ. 2009), ἔχει τὶς ἴδιες ἐπιφυλάξεις γιὰ τὸν Μεσσηνίας. Γράφει: «Δὲν εἶναι μάλιστα τυχαῖο ὅτι τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος θὰ ἀντιπροσωπεύσουν ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος ὁ ὁποῖος οὐδέποτε ἔκρυψε τὶς φιλοπαπικές του θέσεις».
(IV) Τὰ διάφορα ἰστολόγια (χωρὶς νὰ ὑπάρξει διάψευση ἀπὸ τὴν Ι.Σ.Ι.) μιλοῦσαν γιὰ διαφωνίες καὶ ἐπιφυλάξεις μέσα στὴν Ἱεραρχία γιὰ τὸν Μεσσηνίας καὶ τὸν Ἀχαΐας τόσο ἔντονες, ὥστε καὶ οἱ δύο τους νὰ ἀπειλήσουν πὼς θὰ παραιτηθοῦν! Τὸ ἰστολόγιο thriskeftika.blogspot.com μὲ τίτλο: «Ἀποστέλλει τελικὰ ἐκπροσώπους στὸ Διάλογο τῆς Κύπρου ἡ Ἱεραρχία» γράφει: «Καὶ παρὰ τὴ χθεσινὴ σαφῆ διαφωνία πολλῶν ἐξ αὐτῶν μὲ τὴ γραμμὴ τοῦ Πατριάρχη, μὲ πρῶτο τὸ Μητροπολίτη Πειραιῶς, τὸ τελικὸ Ἀνακοινωθὲν ποὺ ἐξέδωσε ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας ἀπογοητεύει τὸν πιστὸ λαό. Καὶ τοῦτο γιατί: Ἀποστέλλονται τελικὰ στὴν Κύπρο ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» ὁ Μεσσηνίας καὶ ὁ Ἀχαΐας «γιὰ συμμετοχὴ στὸ Διαλογο μὲ τοὺς παπικούς...» (com/2009/10/blog-post_6845.html).
Μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἐπιμένει ὁ Μεσσηνίας ὅτι δὲν ὑπῆρξε καμία «ἀμφισβήτηση γιὰ τὶς θέσεις» του;
2) Μετὰ τὴν Συνάντηση τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς στὴν Πάφο, γράφει στὴν ἐπιστολή του ὁ Μεσσηνίας πώς, ὡς μέλος τοῦ συγκεκριμένου Διαλόγου, κατέθεσε Ἔκθεση πεπραγμένων.
(Ι) Ὅμως, οὔτε ἡ Ἱ. Σύνοδος, οὔτε ὁ ἴδιος ἐνημέρωσαν τὸν λαό, τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴν Ἔκθεση αὐτή. Ἀπαγορεύεται νὰ γνωρίζει ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ τὴν ἔκθεση τοῦ Μεσσηνίας; Εἶναι ἀπόρρητη καὶ γιὰ ποῖον λόγο; Γιατί δὲν τὴν δημοσιεύουν στὴν ἰστοσελίδα τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ διαπιστώσουμε κι ἐμεῖς ―ἐκτὸς τῶν ἄλλων― ποιές ἐξηγήσεις δίδει γιὰ τὶς συμπροσευχές, ποὺ ἐκεῖ ἔγιναν καὶ κατηγορήθηκε ὅτι συμμετεῖχε σὲ αὐτές; Ἡ Ὁδηγία τῆς Ι.Σ.Ι. ἦταν σαφὴς (Ἀνακοινωθὲν 15/10/2010): «Ὁ Διάλογος πρέπει νὰ συνεχισθεῖ, μέσα ὅμως στα ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικὰ καὶ κανονικὰ πλαίσια»), τὰ ὁποῖα ὡστόσο ὁ Μεσσηνίας παρέβη. Πῶς, λοιπόν, ἐνῶ παρέβη τὴν Ὁδηγία τῆς Ι.Σ.Ι. γιὰ μὴ συμπροσευχές, τοῦ ἐδόθησαν συγχαρητήρια, ὅπως ἰσχυρίζεται, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Νικοπόλεως; Μήπως καὶ ὁ κ. Μελέτιος συμμερίζεται τὶς ἀπόψεις τοῦ Μεσσηνίες καὶ υἱοθετεί τὶς συμπροσευχές; Δὲν τὸ πιστεύουμε, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀποκατάσταση της ἀλήθειας, θὰ πρέπει ὁ ἴδιος νὰ δώσει τὶς δέουσες ἐξηγήσεις!...
(ΙΙ) Ὡς ἄριστος τεχνίτης τῆς παραπληροφόρησης, λοιπόν, ὁ Μεσσηνίας ἀπαντᾶ μόνο σὲ ἐκεῖνα ―ἀπὸ ὅσα τοῦ καταλογίζονται― ποὺ μπορεῖ μὲ ἀοριστολογίες νὰ παρακάμψει, ὥστε νὰ δημιουργήσει ἐντυπώσεις ὑπὲρ αὐτοῦ. Ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ δώσει ἐξηγήσεις ὄχι μόνο γιὰ ὅσα εἶπε στὴ Μικτὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου στὴν Πάφο, ἀλλὰ γιὰ ὅσα ἔκανε: τὴν παραβάση, δηλαδή, τῶν Ὁδηγιῶν τῆς Ι.Σ.Ι. γιὰ μὴ συμπροσευχή. Αὐτὸ ὅμως τὸ παρακάμπτει, δὲν τὸ ἀπαντᾶ καθόλου, παρὰ τὴν διαβεβαίωσή του ὅτι θὰ ἀπαντήσει στὶς «ἀμφιβολίες» τοῦ Κυθήρων «σχετικὰ μὲ τὴν ὀρθοφροσύνη μου καὶ τὴν ὀρθοδοξία μου». Ἀλλὰ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ παραθέσει στὴ δημοσιότητα τὸ κείμενο τῆς Ἐκθέσεώς του, γιὰ νὰ μάθουμε τί γράφει καὶ νὰ κατανοήσουμε ἂν οἱ «ἐκκλησιολογικές» του «τοποθετήσεις στὸ συγκεκριμένο Διάλογο» διορθώθηκαν.
Β. Ἐρχόμαστε τώρα στὰ ὅσα γράφει ὡς πρὸς τὸν σεβαστὸ καθηγητὴ κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη.
1. Γράφει ὁ Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, στὴν προσπάθειά του νὰ καταρρίψει τὶς αἰτιάσεις τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων: «Ὁ κ. Σεραφεὶμ ἐξέφρασε μία ἐπιφυλάξη γιὰ τὴν ὀρθοδοξία μου. Ὅμως», συνεχίζει, «τὴν ἐπιφύλαξη τοῦ Σεβ. Κυθήρων δὲν τὴν ἔχει ἐκφράσει μέχρι σήμερα οὔτε προφορικά, οὔτε γραπτὰ ὁ Ἐλλογιμ. Καθηγητὴς κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, …μὲ τὸν ὁποῖον κατ’ ἐπανάληψιν ἐπικοινώνησα τόσο τηλεφωνικὰ ὅσο καὶ διὰ ζώσης ἐξ ἀφορμῆς πανεπιστημιακῶν θεμάτων καὶ ὑποχρεώσεων». Ἄρα, ἐρωτᾷ, «ἕνα τέτοιου εἴδους σοβαρὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀτόπημα» (γιὰ τὸ ὁποῖο κατηγορεῖται) «πέρασε ἀπαρατήρητο ἀπὸ τὸν καταξιωμένο Καθηγητὴ τῆς Δογματικῆς» κ. Τσελεγγίδη «καὶ ἀσχολίαστο;».
Ἀσφαλῶς καὶ ὄχι. Ὁ κ. Τσελεγγίδης ἀντέκρουσε τὸν Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο, σὲ ὅσα αἱρετικὰ διατύπωσε. Ἂς δοῦμε ὅμως τί ἔγραψε ὁ Μεσσηνίας: «Ἡ Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία ἀνήκει, εἰς τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὸ Συμβολο Νικαίας-Κων/λεως» (Περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑ», τ. 8, 2009), ἀφήνοντας νὰ ἐννοηθεῖ ἡ ὕπαρξη καὶ ἄλλων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες συνανήκουν καὶ συναποτελοῦν τὴν ΜΙΑ Ἐκκλησία. Τὴν θέση δὲ αὐτὴ ἐπαναλαμβάνει ὁ Μεσσηνίας καὶ στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν κ. Δημ. Τσελεγγίδη. Γράφει: «…δὲν κατανοῶ εἰς τί ἔγκειται ἡ ἐπιφύλαξή σας καὶ “τὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀπαράδεκτο καὶ ἀντιφατικό”. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι Μία καὶ Ἀδιαίρετη, πρὶν τὸ σχίσμα, σήμερα εἶναι διηρημένη[1], ἀφοῦ βρισκόμαστε σὲ σχίσμα, αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει τὸ περιεχόμενο τῆς §41 τοῦ Κειμένου τῆς Ραβέννας».
Ἐκλαμβάνει αὐθαιρέτως ὁ Μεσσηνίας ὡς ἰσάξιο ―ἂν ὄχι σημαντικότερο― τῶν Πατερικῶν Κειμένων, τὸ ἀθεολόγητο Κείμενο τῆς Ραβέννας, ποὺ ὁπωσδήποτε δὲν ἔτυχε ὡς τώρα ἐπισήμου Συνοδικῆς ἐγκρίσεως, καὶ «θεολογεῖ» βάσει αὐτοῦ!!! Ἐπίσης ἄξιο παρατηρήσεως καὶ στιγματισμοῦ εἶναι καὶ ὁ δόλος ποὺ ὑποκρύπτει στὴν ἔκφρασή του: «ἡ Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία ἀνήκει, εἰς τὴν Μία…Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὸ Συμβολο Νικαίας-Κων/λεως», ἀφοῦ δι’ αὐτῆς τῆς ἐκφράσεως «κρύπτει» τὴν αἵρεση, παρουσιάζοντάς την ὡς ἀπορρέουσα ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως! Σπεσιαλίστας ὁ καὶ πανεπιστημιακὸς κ. Σαββᾶτος στὴν πλαστογράφηση καὶ παραποιήση καὶ διαστροφὴ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας!
Ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ θέση τοῦ Μεσσηνίας (ὅπως ἤδη ἀναφέραμε) ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν Διαλογο ποὺ εἶχε μαζί του, κατὰ τὴν Συνεδρία τῆς Ἱεραρχίας (Ὀκτώβριος 2009), ὁ Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος «τὸν προκάλεσε (νὰ πεῖ) ἂν πιστεύη ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία. Καὶ ὁ κ. Χρυσόστομος (σ.σ. ἐπανέλαβε) ὅτι εἶναι Μία, ἀλλὰ διῃρημένη. Καὶ τοῦ ἀπάντησε ὁ Πειραιῶς ὅτι εἶναι λάθος του νὰ πιστεύη τέτοια. Ἡ Μία Ἐκκλησία, δὲν διαιρέθηκε ποτέ, ἀλλὰ ὑπάρχει πάντοτε ἐπὶ τῆς γῆς». Δηλαδή, ὁ Μεσσηνίας κάνει «ὁμολογία» ξεκάθαρη τῆς αἱρετικῆς θεολογίας τῶν «ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν» καὶ τῶν «δύο πνευμόνων».
Σὲ αὐτά, ὁ κ. Τσελεγγίδης ἔχει διατυπώσει τὴν Ὀρθόδοξη θέση; Ἀσφαλῶς, καὶ εἶναι ἡ ἀκριβῶς ἀντίθετη θέση ἀπὸ ἐκείνη τοῦ κ. Χρυσοστόμου. Παραθέτουμε τὴν §13 τοῦ κ. Τσελεγγίδη, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Μεσσηνίας: «Θεολογικά, ἀτυχῶς, ἡ Μικτὴ Διεθνὴς Ἐπιτροπὴ στὴν παράγραφο 41 θεωρεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σήμερα διῃρημένη καὶ κάνει λόγο γιὰ “τὴν περίοδο τῆς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας”, τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Τοῦτο ὅμως εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ὄχι μόνον ἀπαράδεκτο, ἀλλὰ ἔρχεται καὶ σὲ ἐσωτερικὴ ἀντιφάση πρὸς τὸ ἴδιο τὸ κοινὸ Κείμενο, ἀφοῦ στὴν παραγραφο 32, ὅπως εἴδαμε, ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς “μία καὶ ἀδιαιρετος”». (Τί συμβαίνει: δὲν καταλαβαίνει ὁ πανεπιστημιακὸς καθηγητὴς κ. Σαββᾶτος τὰ κείμενα, ἢ ψεύδεται;). Ἐπίσης, ὁ κ. Τσελεγγίδης στὴν πρόσφατη ἡμερίδα τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς ἦταν σαφής, σχετικὰ μὲ τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας: δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει Μία, ἀλλὰ ταυτόχρονα διῃρημένη Ἐκκλησία ἐξαιτίας τοῦ Σχίσματος. Ἂς ρωτήσει ὁ κ. Σαββᾶτος καὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο, ποὺ ἦταν παρὼν στὴν Ἡμερίδα.
Τέλος, ὁ κ. Τσελεγγίδης ἔχει δημοσιεύσει τελευταῖα στὸ περιοδικὸ «Ἐν Συνειδήσει» (ἔκδοση Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου) ἕνα ξεκάθαρα ὀρθόδοξο, πειστικότατο καὶ ἀξιολογότατο ἄρθρο μὲ τίτλο «Εἶναι οἱ Ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;». Στὸ ἄρθρο αὐτὸ τοποθετήθηκε ὁ Μεσσηνίας, ἀλλ’ ὡς διαφωνῶν μὲ τὴν διαυγῆ ὀρθοδόξη ἐκκλησιολογία ποὺ ἐκφράζει ὁ κ. Τσελεγγίδης στὸ κρίσιμο σημεῖο, στὸ ἂν δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ καὶ ἀδιαίρετη (Ὀρθοδόξη θέση) ἢ διηρημένη, ὅπως κακόδοξα ὑποστηρίζει ὁ κ. Χρυσόστομος Σαββᾶτος.
Ὁ Μεσσηνίας, λοιπόν, πάλι παραπλανᾶ. Ἴσως, σκέφτηκε: «Ποῖος θὰ τὸ ψάξει τώρα; Κι ἂν κάποιος μοῦ παραθέσει τὶς θέσεις τοῦ Τσελεγγίδη, θὰ τοῦ πω: «ἐγὼ ἰσχυρίστηκα πὼς δὲν ἀπάντησε προσωπικὰ σὲ μένα». Ναί, ἀλλὰ ὁ Μεσσηνίας γνωρίζει ὅτι ἔχει ἀπαντήσει ὁ κ. Τσελεγγίδης. Ἀπὸ ποῦ; Μὰ ἀπὸ τὴν Μηνυτήριο Ἀναφορὰ τῆς Φιλορθοδόξου Ἑνώσεως «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» (ΦΕΚΦ), μέσα στὴν ὁποῖα παρατίθενται οἱ Ὀρθόδοξες θέσεις γιὰ τὸ θέμα ποὺ ὁ Μεσσηνίας κακοποιεῖ, καὶ γι’ αὐτὸ μιλάει ἀπαξιωτικὰ γιὰ τὴν Ἕνωσή μας. Ἀλλὰ αὐτὸ ἔλλειπε τώρα, νὰ περιμέναμε «πιστοποιητικὸ» Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὸν ἐπὶ αἱρέσει καταγγελλόμενο καὶ ἐλεγχόμενο κ. Σαββᾶτο!...
2. Στὴ συνέχεια καταφέρεται ὁ Μεσσηνίας μὲ σφοδρότητα καὶ ὑποτιμητικὸ τρόπο κατὰ τοῦ Κυθήρων κ. Σεραφείμ. Γράφει: «Ἐὰν ὁ Σεβ. Κυθήρων εἶχε διαβάσει σωστὰ ὁ ἴδιος, τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησιολογίαν τοῦ καθηγητὴ Ἰωάννου Καρμίρη καὶ τὰ ὅσα ἀναφέρω ἐγὼ στὴ συγκεκριμένη παράγραφο, περὶ Ἑνότητος καὶ Καθολικότητας τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα τῆς Ὀρθοδόξης Ἐκκλησίας δὲν θὰ τολμοῦσε νὰ ἀναφέρει ὡς κατηγορητήριο τὰ ὅσα διαλαλεῖ».
Δὲν γνωρίζουμε ποιό συγκεκριμένο κείμενο τοῦ Καρμίρη ἐπικαλεῖται ὁ Μεσσηνίας. (Ἂν καὶ πανεπιστημιακὸς ἀποστρέφεται τὶς παραπομπὲς ποὺ θὰ τεκμηρίωναν τὰ γραφόμενά του!) Τὸν ἐρωτοῦμε, ὅμως: Σὲ μία τόσο σοβαρὴ καταγγελία, μὲ τὴν ὁποία ζητεῖται ἀκόμα καὶ ἡ καθαίρεσή του, γιατὶ δὲν ἀναφέρει τὸ συγκεκριμένο κείμενο τοῦ Καρμίρη, ὥστε νὰ φανεῖ τὸ ἄδικο ὅσων τὸν κατηγοροῦν; Μήπως ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ἢ εἶναι ἀποσπασματικὸ καὶ δὲν ἐκφράζει τὴν ὅλη ἐκκλησιολογία τοῦ Καρμίρη; Μήπως ἐπειδὴ γνωρίζει ὁ Μεσσηνίας, ὅτι κι ἂν ὑπάρχει τέτοιο κείμενο, ἐὰν δὲν συμφωνεῖ μὲ τοὺς Πατέρες, καμία ἰσχὺ δὲν ἔχει, καὶ μόνον ὡς ἀπροσανατολιστικὸ τῆς συζήτησης μπορεῖ νὰ λειτουργήσει;
3. Καὶ συνεχίζει τὴν ἐμπαθῆ καὶ παραπλανητικὴ ἐπιθεσή του ὁ Μεσσηνίας: «Δυστυχῶς», γράφει, «ὁ Σεβ. Κυθήρων μαθαίνει τὴν Ὀρθοδόξῃ Ἐκκλησιολογία ἀπὸ δεύτερο χέρι, ἀπὸ τὴν αὐτοαποκαλουμένη “Φιλορθόδοξη Ἕνωση Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”, τὴν ὁποίαν κανένα ἐπίσημο ἐκκλησιαστικὸ ὄργανο (συνοδικὸ) δὲ τῆς ἔχει ἀναγνωρίσει τὴν “φιλορθοδοξία” της, παρὰ μόνο τὸ ἄλλο αὐτοχαρακτηριζόμενο προπαγανδιστικό του ὄργανο “Ὀρθόδοξος Τύπος”, πολλῷ μᾶλλον ὅταν προεδρεύει αὐτοῦ τοῦ Σωματείου ἕνας πρῴην ρωμαιοκαθολικός, προσήλυτος στὴν Ὀρθοδοξία, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἔκδοση δῆθεν ἀντι-οἰκουμενιστικῶν βιβλίων ἀλλὰ καὶ οἰκουμενιστικῶν (βλ. “Ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννου Ζηζιούλα”) (!!!), προσπαθεῖ νὰ ἐμφανιστεῖ ζηλωτὴς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ πολέμιος τοῦ παπισμοῦ, ἀπὸ τὰ σπλάγχνα τοῦ ὁποίου βέβαια προέρχεται καὶ ποὺ θὰ συνεχίζει νὰ ἐπιχειρηματολογεῖ μὲ ὅρους καὶ προϋποθέσεις ρωμαιοκαθολικῆς ἐκκλησιολογίας, μάλιστα “ἀθροιστικοῦ τύπου”, ἀφοῦ αὐτὴν τὴν ἐκκλησιολογία, τοῦ ιθ΄ αἰῶνος, διδάχθηκε στὰ σεμινάρια τῆς Δύσης».
Θὰ ἀποφύγουμε νὰ ἀπαντήσουμε ἐκτενῶς, σὲ ὅσα προσβλητικά, βάναυσα καὶ ψευδῆ γιὰ τὴν προσωπικότητα τοῦ προέδρου τῆς Φ.Ε. «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» ἀναφέρει ὁ Μεσσηνίας. Τί νὰ ἀπαντήσει κανεὶς σὲ ἀνυπόστατες ὕβρεις, οἱ ὁποῖες ἐκφράζονται ἀπὸ ἕναν Ἐπίσκοπο, ποὺ φαίνεται ὅτι ἔχει ἀπωλέσει ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πίστη του καὶ τὴν ψυχραιμία του. Αὐτὰ μόνον σὲ ἕνα ποινικὸ δικαστήριο θὰ μποροῦσαν νὰ ἐξετασθοῦν.
Ἐρχόμαστε, λοιπόν, στὴν οὐσία τῶν κατηγοριῶν.
(Ι) Γράφει ὁ Μεσσηνίας, πὼς ὁ πρόεδρος τῆς Φ.Ε. «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» ποὺ ―ὅπως ἀφήνει νὰ ἐννοηθεῖ― συνέταξε τὴ Μηνυτήριο Ἀναφορά, «ἐπιχειρηματολογεῖ μὲ ὅρους καὶ προϋποθέσεις ρωμαιοκαθολικῆς ἐκκλησιολογίας, μάλιστα “ἀθροιστικοῦ τύπου”, ἀφοῦ αὐτὴν τὴν ἐκκλησιολογία, τοῦ ιθ΄ αἰῶνος, διδάχθηκε στὰ σεμινάρια τῆς Δύσῃς». Ὅμως:
(α) Ἡ Μηνυτήριος Ἀναφορὰ ἐγράφη ἀπὸ θεολόγο, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴ συνδρομὴ δικηγόρου, γνώστη τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν προεδρο τῆς Φ.Ε. «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», ὁ ὁποῖος ὡς ἐκ τῆς ἰδιότητάς του τὴν μελέτησε, ὑπέδειξε ἐλάχιστες λεκτικὲς διορθώσεις καὶ τὴν προσυπέγραψε. Εἶναι, λοιπόν, κακόβουλα καὶ ψευδῆ, ὅσα ἡ γραφίδα τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας κακοβούλως καὶ ἀμετροεπῶς κακογράφησε.
(β) Ἄρα, τὸ κείμενο τῆς Μηνυτήριας Ἀναφορᾶς, ἔχει Ὀρθόδοξες προϋποθέσεις, ὄχι μόνο ὡς ἐκ τοῦ συγγράψαντος αὐτὸ θεολόγου, ἀλλὰ κυρίως γιατὶ στηρίζεται στὴν ἐκκλησιολογία καὶ τὴ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μεσσηνίας ―ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ καταρρίψει τὶς θεολογικὲς θέσεις του, ποὺ ἀποδεικνύουν τις αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ ἰδίου― καταφεύγει στὴν κατασυκοφάντηση τοῦ προέδρου, ἀλλὰ καὶ στὴν κατασυκοφαντήση τοῦ συνεπισκόπου του, προσπαθώντας νὰ τὸν ἀποδείξει ἄσχετο μὲ τὴν θεολογία!
(γ) Ὁ πρόεδρος τῆς Φ.Ε. «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», οὐδέποτε ὑπῆρξε συνειδητὸ μέλος τοῦ Παπισμοῦ, οὔτε σπούδασε, οὔτε καθ’ οἱονδήποτε τρόπο φοίτησε σὲ σεμινάρια τῆς Δύσεως, ὅπως πάλι ψευδῶς ἀφήνει ὁ Μεσσηνίας νὰ ἐννοηθεῖ. Ἡ κακοπιστία καὶ διαβολή, μάλιστα, τοῦ Μεσσηνίας κατὰ τοῦ προέδρου τῆς ΦΕΚΦ καταδεικνύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πρόεδρος σὲ κείμενο τῆς ΦΕΚΦ σχετικὰ μὲ τὴν περιβόητη κακοήθη καὶ συκοφαντικὴ τηλεοπτικὴ συνεντεύξη τοῦ Πάφου κ. Γεωργίου ὁ ὁποῖος τὸν κατηγοροῦσε συνειδητὰ ψευδῶς ὡς «γενίτσαρο πρῴην παπικὸ ἱερέα», εἶχε πληροφορήσει κάθε ἐνδιαφερόμενο —καὶ βεβαίως τὸν Μεσσηνίας— ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς πολιτικῆς ἀθεΐας καὶ ὅτι εἶχε ἀποστασιοποιηθεῖ ἀπὸ τὸν Παπισμό, ἤδη ἀπὸ πολὺ νεαρὴ ἡλικία. Ὡστόσο ὁ Μεσσηνίας ἐκφράζει ἀπροκάλυπτα τὴν πικρία του καὶ τὸν θυμό του, βάσει ἑνὸς ἰδιότυπου λατινόφρωνος ρατσισμοῦ, γιατὶ ἕνας πρῴην παπικὸς καὶ πρῴην ἄθεος μετεστράφη καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας τῆς ὁποίας δυστυχῶς «Ἱεράρχης» τυγχάνει ὁ κ. Σαββᾶτος· καὶ ὁ περισπούδαστος «ὀρθόδοξος» ἐπίσκοπος καὶ θεολόγος καὶ καθηγητὴς παραθεωρεῖ βάναυσα —ὡς συνέπεια τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν του περὶ «κλάδων» καὶ «πνευμόνων», διαστρέφοντας αὐτὸ τοῦτο τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο— τὸ καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας εὐαγγελικὸ παράγγελμα: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατε πότε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀποθέσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους…» (Κολοσ. 3, 5-9).
Ἐπ’ εὐκαρία καὶ ἐν ὄψει τοῦ ἀνωτέρω εὐαγγελικοῦ χωρίου, πρέπει νὰ ἐνημερώσουμε τὸν Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτο, ὅτι δὲν δώσαμε τὴν δέουσα συνέχεια στὶς τηλεφωνικὲς ἀπειλὲς καὶ ὕβρεις καὶ χυδαιολογίες ποὺ ὁ πρόεδρος καὶ ὁ γραμματέας τῆς ΦΕΚΦ ἐπανειλημμένως δεχθήκαμε μετὰ τὶς καταγγελίες μας γιὰ τὴν ἀπαράδεκτη-ἀντιεκκλησιαστικὴ συμπεριφορά του κατὰ τῶν μοναχῶν τῆς ἱερᾶς μονῆς Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης στὴν Καλαμάτα, ἂν καὶ τὸ περιεχόμενο αὐτῶν τῶν ἀσχημιῶν εἶναι καταγεγραμμένο, ὅπως καὶ ὁ τηλεφωνικὸς ἀριθμὸς ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἐξεπέμφθησαν!...
(δ) Δὲν θὰ γίνουμε ἐμεῖς συνήγοροι τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων, ἂν καὶ ἐπικροτοῦμε τὴν κινήσή του, διότι δὲν ἔχει ἀνάγκη τῆς συνηγορίας μας. Οὔτε γνωρίζαμε γιὰ τὴν Ἐπιστολή του αὐτή, οὔτε γνωρίζουμε τὸν ἴδιο προσωπικά, οὔτε ἐπικοινωνήσαμε γιὰ τὸ θέμα μαζί του καθ’ οἱονδήποτε τρόπο, οὔτε διὰ μέσου ἄλλου ἀνθρώπου ἢ τεχνολογικοῦ μέσου. Ὅ,τι ἔκανε, λοιπόν, ὁ Σεβασμιώτατος Κυθήρων τὸ ἔκανε μόνος του, καὶ —ὄχι ὅπως μὲ κακεντρέχεια καὶ ψευδῶς ἰσχυρίζεται ὁ Μεσσηνίας— ὡς «φερέφωνο ἄλλων» καὶ «καθ’ ὑπαγορεύση, ὅπως καὶ πολλοὶ ἄλλοι, καὶ οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐκκλησιολογικὰ ὀρθοφρονοῦν».
Γ. Ἐφ΄ ὅσον, λοιπόν, ὁ Μεσσηνίας δὲν ἀποπτύει τὶς αἱρετικὲς του τοποθετήσεις, —τὶς ὁποῖες κηρύττει γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐν μέσῳ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, μάλιστα— εἶναι ἐπακόλουθο τῆς πτώσεώς του νὰ ἀκολουθεῖ τὴ συμπεριφορὰ ὅλων τῶν αἱρετικῶν, δηλαδὴ νὰ συμβουλεύει μὲ θράσος τὸν Μητροπολίτη Κυθήρων, ὁ ὁποῖος «ὀρθοτόμησε τὸν λόγον τῆς Ἀληθείας» καὶ νὰ τοῦ συστήνει(!) μὲ ὕφος καρδινάλιου «νὰ ξαναδιαβάσει τὴν Ὀρθοδόξη Ἐκκλησιολογία» γιὰ «νὰ ἀποκτήσει τὸ σωστὸ πλαίσιο τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας» καὶ τέλος νὰ τὸν οἰκτίρει γράφων: «φρίξον ἥλιε καὶ στέναξον γῆ» γιὰ τὸ ἀθεολόγητο τοῦ ἀνδρός !!! (δηλ. τοῦ Κυθήρων).
Ἄλλωστε, ἴδιον τῶν λατινοφρόνων οἰκουμενιστῶν εἶναι νὰ υἱοθετοῦν δι’ ἑαυτοὺς τὸ παπικὸ «ἀλάθητο» καὶ νὰ τηροῦν εὐλαβικὰ τὴν ἑωσφορικὴ περὶ ἀλαθήτου ἀποφάση τῆς Α΄ Βατικανῆς Συνόδου (1870), διὰ τῆς ὁποίας καθυβρίζεται καὶ καταργεῖται ὁ Χριστὸς καὶ κουρελιάζεται τὸ ἱερὸν Εὐαγέλιό Του!
Ὥστε ὁ κ. Σαββᾶτος συμβουλεύει τὸν Ὀρθοδοξο Ἱεράρχη νὰ ξαναδιαβάσει μὲ τὸν τὸν «σαββάτειον» αἱρετικὸ τρόπο τὴν ἐκκλησιολογία, γιὰ νὰ καταλήξει κι ἐκεῖνος στὶς αἱρετικὲς δοξασίες του; Δηλαδή, τὸν προτρέπει νὰ ἀποκτήσει κι αὐτὸς αἱρετικὸ φρόνημα; Ὡς ἐκεῖ φθάνει ἡ πνευματικὴ ἀσθένεια καὶ τὸ «θεολογικὸ» βεληνεκές του; Καὶ νομίζει πῶς δὲν θὰ καταγγείλουμε αὐτὴ τὴν προτροπὴ ὡς αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ εἶναι; ὡς προσπάθεια προσηλυτισμοῦ στὶς αἱρετικὲς ἀσέβειές του!!!
Τέλος, ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας —ἐπικαλούμενος μάλιστα τὸ κῦρος τοῦ Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου— ἐπιτιμᾷ τὸν Μητροπολίτῃ Κυθήρων, ἐπειδὴ ἀσχολεῖται καὶ ζητᾶ τὴν ἀποκατάσταση τοῦ ἐπὶ 35 χρόνια ἀδικουμένου Μητροπολίτου Ἀττικῆς κ. Νικοδήμου, καὶ τοῦ κάνει μαθήματα Κανονικοῦ Δικαίου, συνιστώντας (ὁ κατηγορούμενος ἐπὶ αἱρέσει Μητροπολίτης Μεσσηνίας) στὸν Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, νὰ διαβάσει ὀρθόδοξα, καὶ ὄχι «μὲ προτεσταντικοῦ τύπου πρεσβειωπικὰ γυαλιὰ» τὸ περὶ ἀκοινωνησίας τοῦ π. Νικοδήμου θέμα καὶ ἔτσι «νὰ κατανοήσει ὁ ἴδιος τὸν τρόπο λειτουργίας τοῦ συνοδικοὺ συστήματος καὶ τὴ θέση καὶ τὸ ρόλο ποὺ ἔχει κάθε ἐπίσκοπος ἐντὸς τῆς Συνόδου»! Ἔτσι κι ἐδῶ, ὁ ἐπὶ αἱρέσει ὑπόλογος ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, παραδίδει μαθήματα καταστρατηγήσης τῶν Ι. Κανόνων καὶ ἐπιμονῆς στὶς ἄδικες Συνοδικὲς ἀποφάσεις τοῦ παρελθόντος.
Δ. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δὲν μπορεῖ πλέον νὰ κωφεύει καὶ νὰ καθεύδει. Καὶ οἱ πέτρες πλέον κεκράξονται. Ἔστω καὶ γιὰ τὰ προσχήματα, ὁ Πρόεδρος αὐτῆς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κ. Ἱερώνυμος ὡς καθ’ ὕλην ἁρμόδιος πρέπει νὰ εἰσάγει —καὶ ὅσοι ἐναπομείναντες ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ὁ Κυθήρων κ. Σεραφεὶμ κ.ἄ., πρέπει νὰ ἀπαιτήσουν καὶ ἐπιβάλουν— ἄμεσα πρὸς συζήτηση στὴν ἐπικειμένη Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τὸ θέμα τοῦ Μεσσηνίας κ. Σαββάτου, τοῦ κηρύσσαντος γυμνῇ τῇ κεφαλῇ τὴν αἵρεση ἀκόμη καὶ ἐντὸς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου· αὐτοῦ τοῦ ἐκλεκτοῦ του καὶ δίκην ἐγκαθέτου ποὺ ὁ αἱρετικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἔχει ἐπιβάλει ὡς ἐκπρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν Μικτὴ Ἐπιτροπὴ Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων γιὰ νὰ εἶναι ὁ ἀθεολόγητος καὶ ἀνιστόρητος καὶ ἀνίερος «διάλογός» τους ἀπολύτως ἐλεγχόμενος καὶ ποδηγετούμενος ἀπὸ τὶς ἑωσφορικὲς νεοεποχίτικες οἰκουμενιστικὲς δυνάμεις τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τῆς πανθρησκείας τοῦ Ἀντιχρίστου. Καὶ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ ἄλλον Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο καὶ ὄχι Οἰκουμενιστή.
Γιὰ τὴν «Φιλορθόδοξο Ἕνωσι “Κοσµᾶς Φλαµιᾶτος”»
Ὁ Πρόεδρος Λαυρέντιος Ντετζιόρτζιο
Ὁ Γραµµατέας Παναγιώτης Σηµάτης
[1] Δυστυχῶς, ἀντίθετη γνώμη ἔχουν οἱ Ἅγιοι καὶ οἱ θεολόγοι ἀπὸ τὸν καθηγητή κ. Σαββᾶτο. Ἀντιπροσωπευτικὰ ἀναφέρουμε: α) Τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, ποὺ ἔχει γράψει: «ποτὲ δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μόνον χωρισμὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν… Εἰς διαφόρους καιροὺς ἀπεσχίσθησαν… οἱ αἱρετικοί…, οἱ ὁποῖοι κατὰ συνέπειαν ἔπαυσαν νὰ εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας». Β) Τὸν π. Γ. Φλωρόφσκυ: ἡ χριστιανοσύνη εἶναι διηρημένη, ἀλλ’ ὄχι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ καὶ ὄχι διηρημένη: «Οἱ ὀρθόδοξοι ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ἰσχυρίζωνται, ὅτι τὸ μόνο "ἰδιαίτερον" ἢ "διακριτικὸν" χαρακτηριστικὸν τῆς θέσεώς των εἰς "τὴν διηρημένην χριστιανοσύνην" εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἐντελῶς ἰδία κατὰ τὴν οὐσίαν μὲ τὴν Ἐκκλησίαν ὅλων τῶν αἰώνων καὶ μάλιστα μὲ τὴν πρώτην Ἐκκλησίαν. Ἐν ἄλλαις λέξεσιν, δὲν εἶναι μία Ἐκκλησία, ἀλλ’ ἡ Ἐκκλησία’’».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου