Η σύγκρουση μαγείας - μαντικής τέχνης και Χριστιανισμού (Πρ. 13: 6 - Πρ. 16: 16)
Τού Ιγνατίου Ε. Γ.
Μερος Α΄: «πνεύμα πύθωνος»
Μέσα στην ιεραποστολή του Απ. Παύλου για τη διάδοση του Ευαγγελίου στα Έθνη, κατά το ημερολόγιο του συγγραφέα που συνέταξε τα «ημείς - εδάφια», ήταν και η συνάντηση των Αποστόλων με την Μαντική τέχνη [1a], συνάντηση- σύγκρουση η οποία ήταν αναπόφευκτη.
Η πρώτη περίπτωση όπου συναντάται- συγκρούεται η Μαγεία - Μαντεία με τον Χριστιανισμό ήταν στην Κύπρο «Πρ 13: 6 Διελθόντες δε την νήσον άχρι Πάφου εύρον τινα άνδρα μάγον ψευδοπροφήτην Ιουδαίον ώ όνομα Βαριησούς, » όπου ο Μάγος εδώ ήταν στην υπηρεσία του Ανθυπάτου της Κύπρου Σεργίου.
Η δεύτερη περίπτωση ήταν στο (Πρ16: 16) όπου μια παιδίσκη συγκεκριμένα είχε «πνεύμα πύθωνος», «Πρ16: 16 Εγένετο δε πορευομένων ημών εις προσευχήν παιδίσκην [1b] τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος απαντήσαι ημίν, ήτις εργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αυτής μαντευομένη» το οποίο πνεύμα κατείχε την ίδια και οι κύριοί της με τη σειρά τους επωφελούνταν βγάζοντας χρήματα από αυτή την κατάσταση αφού μέσω της μαντείας της, η παιδίσκη, προσέφερε «εργασία». Αυτή η εργασία ήταν η μαντική τέχνη.Το «λειτούργημα» της παιδίσκης υπογραμμίζει την απάνθρωπη απόχρωσή της, την έτσι κι αλλιώς ανεπίτρεπτη ηθικά εκμετάλλευσή της από τους κυρίους της, για ίδιον όφελος, με σκοπό να πληροφορήσει τους καταφεύγοντας σ' αυτήν για τα μέλλοντα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όταν θεραπεύθηκε η παιδίσκη από τον Απ. Παύλο την έντονη διαμαρτυρία προς τους άρχοντες της Πόλεως «οι κύριοι αυτής ότι εξήλθεν η ελπίς της εργασίας αυτών». Η αιτιολογία ήταν ότι οι Απόστολοι διαταράσσουν την Πόλη και καταγγέλλουν τα έθιμά τους «Ούτοι οι άνθρωποι εκταράσσουσιν ημών την πόλιν Ιουδαίοι υπάρχοντες, 21 και καταγγέλλουσιν έθη α ουκ έξεστιν ημίν παραδέχεσθαι ουδέ ποιείν Ρωμαίοις ούσι».
Η ερώτηση της θεόληπτης παιδίσκης στους Φίλιππους κόστιζε μόνο μερικά δηνάρια στον ενδιαφερόμενο, ενώ η μετάβαση του για παράδειγμα στην Κλαρό ή τη Δωδώνη απαιτούσε σοβαρό ποσό και από την άλλη η παιδίσκη ήταν διαθέσιμη όλο τον καιρό, εν αντιθέσει με τη χειμερινή σιωπή του Μαντείου των Δελφών. Για τον απλό άνθρωπο των Φίλιππων που δεν είχε πολλές απαιτήσεις, η συγκεκριμένη παιδίσκη ήταν η καλύτερη και φθηνότερη λύση.
Για να καταλάβουμε την έννοια των χωρίων [Πρ 16: 16 και Πρ13: 6] και να δούμε γιατί τελικά συγκρούσθηκε η Μαγεία- Μαντεία με τον Χριστιανισμό, είναι απαραίτητο να δούμε, τι ακριβώς σημαίνει «Μαντική τέχνη» για τους Εθνικούς, ώστε να καταλάβουμε γιατί ήταν ενάντιοι οι Απόστολοι στο φαινόμενο αυτό.
Οι πληροφορίες του Λουκά ότι η παιδίσκη είχε «πνεύμα πύθωνος» και ότι εξασκεί την Μαντική τέχνη «μαντευόμενη» δεν είναι αρκετές ώστε να μας προσδιορίσουν τα εξής:
α) τι δηλώνει η αναφορά του Λουκά «πνεύμα πύθωνος» και
β) ποια ήταν η θέση της μαντείας στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής.
Συνεπώς, για να τα προσδιορίσουμε όλα αυτά, είμαστε αναγκασμένοι να ανατρέξουμε στην πιο διάσημη Μάντισσα της Αρχαιότητας την Πυθία και στο Μαντείο των Δελφών ώστε εξετάζοντας τα, να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε τη βάση (όχι τον τρόπο) πάνω στην οποία στηριζόταν ΚΑΙ η Μαντική τέχνη της παιδίσκης [1c]. Πρέπει να επισημάνουμε εντελώς πληροφοριακά ότι ναι μεν τη Μαντεία εξασκούσαν και οι δυο αλλά ο τρόπος εξασκήσεώς της δεν ήταν πάντα ο ίδιος [2] αλλά ούτε και το είδος της. Κάθε είδος μαντικής ανάγεται σε διαφορετικό λαό: οι Ασσύριοι βρήκαν την Αστρολογία, οι Κίλικες την οιωνοσκοπία, η χρησμική ανάγεται στους Έλληνες, η ιερομαντεία είναι ετρουσκικής καταγωγής κ. λ. π.
Η Πυθία ήταν αφιερωμένη στη Μητέρα Γη, χωρίς να έχει κάποια ειδική μόρφωση για να δίδει χρησμούς, αλλά αυτό δεν παίζει κάποιο ρόλο ως προς την εκλογή της, παρότι εγείρονταν ή μάλλον υπήρχαν αντίθετες γνώμες όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος [3]. Η διαδικασία της μαντείας ήταν κουραστική για την ίδια σε συνδυασμό με τους πολλούς ενδιαφερόμενους και γι' αυτό στην περίοδο ακμής του Μαντείου, υπήρχαν τρεις Πυθίες και μια βοηθός τους [4]. Υπήρχε κάποιο τυπικό λήψης των χρησμών επειδή οι χρησμοί θεωρούνταν έκφραση του θείου θελήματος και τα μαντεία ως ιεροί τόποι. Για το λόγο αυτό επιβάλλονταν εξαγνισμοί των θεοτρόπων, αυτών που ζητούσαν τους χρησμούς, και γινόταν θυσίες με λατρευτικό χαρακτήρα. Αντίθετα με τη λήψη της προφητείας με θεία έλλαμψη από τους προφήτες του Ιουδαϊσμού, στους ειδωλολάτρες, η προφητεία ήταν αποτέλεσμα «κατοχής» θεού και εκδηλωνόταν με μανία. Αυτή ακριβώς την «κατοχή» στιγματίζει ο Τερτυλλιανός Καρχηδόνας στα έργα του, ο οποίος τις αποκαλεί ως φοβερές παρθένες των Δελφών που μαίνονται, «virgins atrocis apud Deliphos», εννοώντας την κατάσταση αλλοφροσύνης που τις κατείχε την ώρα της χρησμοδοσίας ως αποτέλεσμα της «κατοχής» της από το θεό δαίμονα [5]. Και ο Πλούταρχος αναφέρει την περίπτωση μιας Πυθίας που «κατελήφθη υπό αλάλου και κακού πνεύματος …τέλος δε παντάπασιν εκταραχθείσα και μετά κραυγής φοβεράς φερομένη προς την έξοδον, έρριψεν εαυτήν · ώστε φυγείν μη μόνον τους θεοτρόπους, αλλά και τον προφήτην Νίκανδρον και τους παρόντας των οσίων. Ανείλον μέντοι μετά μικρόν αυτήν εισελθόντες έκφρονα και διεβίωσεν ολίγας ημέρας». (Περί των Εκλελοιπότων χρηστηρίων, 51). Ακάθαρτο πνεύμα υποδηλώνει και η έκφραση «έχειν πνεύμα» με την απόχρωση που έχει σε όλη την Κ. Δ (Μκ 1: 30 – 7: 25-9: 17- Λκ 4: 36-13: 11- Πρ 8: 7- 19: 3) καθώς και την ένθεη κατάσταση την κατεξοχήν μαντική, όπως την αποδεχόταν η κοινή γνώμη στους Φιλίππους.
Έτσι και η Πυθία περισσότερο από κάθε άλλη περιερχόταν σε αυτή τη μανία εξαιτίας της «κατοχής». Κατά τον Σωκράτη έχουμε δυο ειδών μανίες: «την μεν υπό νοσημάτων ανθρωπίνων, την δε θείας εξαλλαγής των ειωθότων νομίμων γιγνομένων». (Πλάτωνος Φαίδρος 48 ή 265). Η θεία μανία διακρίνεται σε τέσσερα είδη. Αυτά είναι α) η μαντική επίπνοια (έμπνευση) του Απόλλωνα β) η τελεστική του Διονύσου γ) η ποιητική των Μουσών δ) η ερωτική μανία του Έρωτος και της Αφροδίτης [6a]. Η μανία δεν θεωρήθηκε ποτέ ως κάτι κακό ή ως όνειδος, αλλά ως καλό πράγμα όταν «θεία μοίρα γίγνηται». Πολύ αργότερα ο Κικέρων έγραψε ότι, η μαντική είναι αποτέλεσμα δυό παραγόντων, της φύσης και της τέχνης αλλά και ο Πλάτων δέχεται τη διαίρεση της μαντικής τέχνης σε ένθεη ή άτεχνη και σε έντεχνη [6b].
Οι Χρησμοί οι οποίοι εδίδοντο στους ενδιαφερομένους δεν ήταν πάντοτε επαληθεύσιμοι. Άλλοτε έβγαιναν αληθινοί και άλλοτε όχι. Η δικαιολογία σε αυτές τις περιπτώσεις για τον ψευδή χρησμό ήταν ότι ο ενδιαφερόμενος δεν τον ερμήνευσε καλά και έτσι άλλο νόμιζε και άλλο του βγήκε ή ότι αυτός ο ίδιος αλλοίωσε το περιεχόμενο. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι τα Μαντεία δεν έχαναν την πελατεία τους παρότι στους διάφορους χρησμούς της Πυθίας ασκήθηκε έντονη κριτική. Ο Δημοσθένης δεν συμφωνούσε με την Πυθία γιατί όσα έλεγε για τον Μακεδόνα Φίλιππο «Δημοσθένης δε αντέλεγε, φιλιππίζειν την Πυθίαν φάσκων» [7].
Παρόλες τις αποτυχημένες ή συγκεχυμένες και ανέκβατες προφητείες ο κόσμος συνέχιζε να πηγαίνει στα Μαντεία και κατά τους χριστιανικούς χρόνους αλλά όχι για πολύ ακόμη. Το Πανελλήνιο θρησκευτικο-πολιτικό κέντρο διαλύθηκε από πολύ νωρίς [8]. Αλλά και ο ίδιος ο Πλούταρχος στο μνημονευθέν έργο του «Περί των Εκλελοιπότων χρηστηρίων» στο συγκεκριμένο διάλογο ο Ιερέας του δελφικού Απόλλωνα αντιμετωπίζει με ρεαλισμό την κατάπτωση του μαντείου που υπηρετεί η οποία εκφράζει τη γενική κατάπτωση του θεσμού στην εποχή του. Χωρίς την παραμικρή αμφιβολία ο Πλούταρχος εξετάζει τα αίτια της παρακμής της μαντείας, όπου για να τα εντοπίσει, αναζητά πρώτα τα αίτια εμφανίσεως της μαντείας. Εστιάζει στην Πλατωνική και Στωική άποψη όπου κατά την πρώτη στα μαντεία μιλά ένας δαίμονας με περιορισμένη όμως ζωή και όταν πεθαίνει, όπως δείχνει η διήγηση του «μεγάλου Πάνος», το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια το σβήσιμο της φλόγας του μαντείου. Για τον Πλούταρχο έγκυρη φαίνεται η άποψη που αποδίδει τα όσα λέγονταν από την μάντισσα σε ένα «πνεύμα» προερχόμενο από τον θεό το οποίο εισέρχεται στην ιέρεια και δίνει χρησμούς. Παρά ταύτα όμως θέλει τον Απόλλωνα να δρα πάνω στην Πυθία και να τις δίνει αυτός χρησμούς [9].
Σε ένα άλλο έργο του στο «Περί του χραν έμμετρα …», πάλι σε μορφή διαλόγου παρουσιάζονται οι αντίπαλοί της μαντικής τέχνης ωχρά και υποτονικά. Το βάρος πέφτει σε μια μελλοντική αναγέννηση του μαντείου και αντανακλά στο έργο του την πίστη του ιερέα για την αιωνιότητα του σεβασμίου μαντείου. Ο Πλούταρχος θυμάται την εποχή που το μαντείο καθόριζε την πολιτική με τους χρησμούς του. Δεν θέλει να αποδεχθεί ως τελεσίδικο γεγονός, το ότι τώρα έρχεται «ο δείνα περί ωνώς ανδραπόδου χρησάμενος» αλλά ούτε και την αντικατάσταση των Πυθιών και των προφητών των παλαιών μαντείων από «το αγύρτικον και αγοραίον και περί τα Μητρώα και Σεραπεία βωμολοχούν και πλανώμενον γένος» των ελευθέρων μάντεων της εποχής του.
Η πτώση της σημασίας των μαντείων για τη δημόσια ζωή και ο περιορισμός τους σε banal (μπανάλ) ερωτήματα, όπως αυτά που αναφέρει ο Πλούταρχος δεν σημαίνει πως χάθηκαν εντελώς από τη θρησκευτική ζωή της ύστερης αρχαιότητας. Από τη μια μεριά είχαν να αντιμετωπίσουν τον επικίνδυνο ανταγωνισμό άλλων, λιγότερο φημισμένων αλλά φτηνότερων τοπικών μαντείων, αλλά και τον ακόμη σοβαρότερο ανταγωνισμό περιπλανώμενων μάντεων –αγυρτών και μάγων συγχρόνως– οι οποίοι έριχναν το κόστος της χρησμοδοσίας σημαντικότατα. Τα μαντεία είχαν να αντιμετωπίσουν όχι μόνον τις ευρύτατα διαδεδομένες συλλογές χρησμών, αλλά και την αλλαγή στο σύστημα, αφού «οι Ρωμαίοι αρκούνται πλέον στους σιβυλλικούς χρησμούς και στις ετρουσκικές προφητείες που γίνονταν με τα σπλάχνα των ζώων, την πτήση των πουλιών και τα σημεία του ουρανού» όπως λέει ένας σύγχρονος του Παύλου ο γεωγράφος Στράβωνας (17, 1, 43).
Παρά την όλη κρίση υπήρχαν μάγοι ικανοί και στην εποχή του Απ. Παύλου, που διέφεραν από τους τσαρλατάνους, όπως υπήρχαν μάγοι ικανοί στα χρόνια της Π. Δ οι οποίοι έφεραν αντίσταση σφοδρή στο θέλημα του Θεού (χωρίς φυσικά να υπερτερήσουν), μετατρέποντας τη ράβδο σε φίδι, διαπράττοντας και αυτοί παρόμοια φαινόμενα με αυτά των πληγών που έστειλε ο Θεός στον Φαραώ διάμεσου του Μωϋσή. Όλα αυτά όμως θα μας απασχολήσουν στο δεύτερο μέρος του άρθρου μας…
Μέρος Β΄: Παύλος και Ελύμας
Είδαμε στο πρώτο άρθρο μας, «Η σύγκρουση μαγείας - μαντικής τέχνης και χριστιανισμού, μέρος πρώτο» τι σημαίνει για τον πολίτη των Ελληνιστικών χρόνων αλλά και των Αρχαίων η μαντική τέχνη, όπως και ποια ήταν όντως η αξιοπιστία και η δύναμη των μάντεων ως προς την απόδοση των Χρησμών. Στο παρόν άρθρο θα δούμε πως περιγράφει τη σύγκρουση μαγείας και Χριστιανισμού ο Λουκάς μέσα από τους εκπροσώπους των, του Ελύμα και του Παύλου αντίστοιχα. Κύρια πρόσωπα της διηγήσεως είναι ο Βαριησούς ο οποίος ως μάγος και ψευδοπροφήτης Ιουδαίος αντιδρά στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Μετά από την διαλεκτική αντιπαράθεση ακολουθεί η δυναμική, της σύγκρουσης, μαγείας και του Άγιου Πνεύματος, στα πρόσωπα του Ελύμα και του Απ. Παύλου με αποτέλεσμα την τύφλωση του Μάγου. Εν πρώτοις θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε ένα πολύ βασικό ερώτημα: για ποιό λόγο ο Ελύμας ο Μάγος ήταν δίπλα στον Ανθύπατο της Κύπρου Σέργιο και τι είδους υπηρεσίες προσέφερε σ' αυτόν;
Για να δούμε πληρέστερα το επεισόδιο που περιγράφει ο Λουκάς είναι ανάγκη να μάθουμε ορισμένα στοιχεία για την κατάσταση της Ειδωλολατρίας στην Κύπρο κατά την εποχή άφιξης του Απ. Παύλου και του Βαρνάβα.
Η φράση «άχρι Πάφου» δηλώνει το τέλος του ταξιδιού και αναφέρεται στη Νέα Πάφο. Η πόλη ήταν κοσμοπολίτικη και λατρευόταν οι θεοί Άρτεμις, Λητώ, Ζεύς, Απόλλων. Ο ναός και η λατρεία της Αφροδίτης διατήρησαν τη φήμη τους μέχρι την εποχή αυτή. Η εόρτια πομπή ξεκινούσε από το λιμάνι της Νέας Πάφου και κατέληγε μέχρι το Ναό της Αφροδίτης στην Παλαιά Πάφο. Είναι πολύ πιθανό οι Απόστολοι να γνώρισαν το Ιερό της Αφροδίτης και τη θρησκευτική ζωή των κατοίκων της περιοχής.
Ωστόσο ο Ελύμας προσδιορίζεται με τον όρο του «μάγου» η οποία έννοια του όρου «μάγος» μπορεί να σημαίνει α) την Ιερατική Περσική τάξη με τη δραστηριότητα της οποίας συνδέονταν η λατρεία του Πυρός β) τον κάτοχο και χειριστή μιας υπερφυσικής δύναμης και γνώσεως ο οποίος έχει τη δυνατότητα να κάνει «θαύματα» γ) τον πλάνο τον απατεώνα τον τσαρλατάνο[10]. Από τον χαρακτηρισμό του Ελύμα ως «μάγου ψευδοπροφήτη» από τον Λουκά φαίνεται πως ήταν επαγγελματίας αστρολόγος και όχι απατεώνας της σειράς διότι σε αυτή την περίπτωση σημαίνει γόης, αγύρτης. Ο χαρακτηρισμός του Ελύμα ως «ψευδοπροφήτη» σημαίνει εδώ τον εναντιούμενο και σκοπό έχει να τον δείξει ως τον αντίθετο των αληθινών Προφητών Αποστόλου Παύλου και Βαρνάβα. Για τον Λουκά κριτήριο αληθινής προφητείας είναι η επίκληση του ονόματος του Ιησού. Με τους όρους «μάγος-ψευδοπροφήτης» τονίζεται από τον Λουκά ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει καμία ζεύξη και ανάμειξη των διδασκαλιών της πίστεως με τις ειδωλολατρικές. Αρχικά οι μάγοι άνηκαν σε μια ιερατική τάξη του Ζωροαστρισμού (Ηρόδοτος 101, 140). Ο όρος είχε και εξέλιξη. Οι μάγοι ήταν σοφοί οι οποίοι σύμφωνα με τις πληροφορίες του Ματθ 2: 1 ήταν πιθανόν και αστρολόγοι, άλλοτε όμως ταυτίζονταν με τους θαυματοποιούς, γι' αυτό και η «Διδαχή των Αποστόλων» 2: 2 απαγορεύει τη μαγεία.
Από τις πληροφορίες των Πράξεων φαίνεται ότι ο Ελύμας ήταν αξιόλογο και διακεκριμένο πρόσωπο στην Πάφο. Ειδικότερα α) βρισκόταν κοντά στον Ανθύπατο Σέργιο του οποίου πιθανόν ήταν σύμβουλος. Γνωρίζουμε ότι οι Ρωμαίοι άρχοντες συνήθιζαν να έχουν κοντά τους καταξιωμένους μάγους [11] που εντυπωσίαζαν με τις γνώσεις και τα «θαύματα» τους β) η κατάρτιση του φαίνεται από τον Λουκά όταν λέει «ανθίστατο αυτοίς Ελύμας ο μάγος». Η πρόταση «ανθίστατο αυτοίς Ελύμας ο μάγος», μας πληροφορεί για την κατάρτιση του Μάγου Ελύμα, κατάρτιση που τον διαφοροποιεί από τους τσαρλατάνους της εποχής του γ) ο μάγος Βαριησούς [12] είχε γνώση των φυσικών φαινόμενων και μπορούσε να τα ερμηνεύσει μαζί με τις δυνάμεις της φύσης. Η μαγεία κατά την εποχή του Απ. Παύλου ήταν διαδεδομένη στην Κύπρο. Οι Τελχίνες ήταν δαιμονικές υπάρξεις με θαυμαστές ικανότητες που προκαλούσαν βροχή ή χιόνι και επιδείκνυαν διάφορα άλλα τεχνάσματα. Ο Ιωάννης ο Λυδός βρήκε στην Κύπρο βιβλίο της Εβραίας Σιβύλλης Σαμβήθης το οποίο προφήτευε τη γέννηση του Ομήρου και του Χριστού και όσα θα συνέβαιναν στη συνέχεια. Από την Κρήτη είχαν μεταβεί στην Κύπρο και θεωρούνταν ως βάσκανοι και γόητες που δρούσαν στο Νησί. Επομένως στο Ναό της Αφροδίτης στην Παλαίπαφο υπήρχε και μαντείο κατά τη διάρκεια της επίσκεψης των Αποστόλων. Ο Πλίνιος γράφει ότι υπήρχε και σχολή Μάντεων στην Κύπρο. Ο Παυσανίας (Φωκικά Χ, 12, 10-11) μας πληροφορεί ότι μεταξύ των Χρησμολόγων και προφητικών ανδρών ήταν και κάποιος Κύπριος ονόματι Εύκλος ο οποίος προφήτευσε την εκστρατεία των Περσών, όσο και τη γέννηση του Ομήρου από την Κύπρια Θεμιστώ κοντά στη Σαλαμίνα. (Φωκικά Χ, 24, 3). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η πληροφορία του Τάκιτου (Historia 2, 3) σύμφωνα με την οποία οι Ταμιράδες και Κινυράδες ιερείς εκτός από τα ιερατικά τους καθήκοντα ήταν και χρησμοπόλοι. Κατά τον Ρωμαίο ιστορικό Σουετόνιο όταν ο Τίτος επισκέφτηκε το 67 μ. Χ. τον περίφημο ναό της Αφροδίτης, ο μαντίαρχος έδωσε ευχάριστο χρησμό για την πορεία του πολέμου κατά της Ιουδαίας. Αυτός ο χρησμός επαληθεύτηκε με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Σημαντική είναι επίσης και η μαρτυρία του Ιώσηπου (Αρχαιολογία, 20, 141-143) ότι υπήρχαν αρκετοί Μάγοι στο Νησί. Αναφέρει το όνομα ενός μάγου που λεγόταν «Άτομος» ή «Σίμων Ιουδαίος» τον οποίο χρησιμοποίησε ο Φήλιξ όταν διοικούσε την Ιουδαία για να πείσει την Δρουσίλλα την αδελφή του Αγρίππα η οποία παντρεύτηκε τον Άζιζο, των βασιλιά των Εμεσών, ώστε να εγκαταλείψει τον άνδρα της και να τον παντρευτεί (Πρ 24: 24 Μετά δε ημέρας τινάς παραγενόμενος ο Φήλιξ συν Δρουσίλλη τη γυναικί αυτού, ούση Ιουδαία, μετεπέμψατο τον Παύλον και ήκουσεν αυτού περί της εις Χριστόν πίστεως. ).
Με βάση όλο αυτό το θρησκευτικό υπόβαθρο της μαντικής και της μαγείας στο Νησί ταιριάζει απόλυτα και αποτελεί συνέχεια η πληροφορία του Λουκά για την ύπαρξη Ιουδαίου Μάγου Βαριησού. Ο Ελύμας συνδύαζε φιλοσοφία, αστρολογία και αποκαλύψεις μελλοντικών γεγονότων με μαγικές συνταγές. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον είναι ευκόλως κατανοητό για ποιους λόγους ήταν κοντά στον Ανθύπατο ο Ελύμας και όχι κάποιος άλλος τυχαίος μάγος, στην υπηρεσίες του οποίου έρχεται ως εμπόδιο ο Απ. Παύλος όταν αρχίζει να μιλάει στον Ανθύπατο για τον Χριστό. Η δουλειά του Μάγου εκείνη τη στιγμή σύμφωνα με τον Λουκά είχε ως στόχο να εμποδίσει πάση θυσία τον Ανθύπατο να ακούσει το κήρυγμα του Παύλου [13]. Για το λόγο αυτό ζητούσε να παραπλανήσει τον Ανθύπατο ή όπως λέει ο Λουκάς ο Ελύμας «ζητών διαστρέψαι τον ανθύπατον από της πίστεως». Το «διαστρέψαι» έχει εδώ την έννοια της παραπλανήσεως του ανθυπάτου. Δεν πρόκειται για αόριστη αφηρημένη πίστη αλλά για την πίστη στο Χριστό ως την καλύτερη που γνώρισε ο άνθρωπος μέχρι τότε. Το κήρυγμα προκάλεσε εντύπωση στον Σέργιο Παύλο αλλά αν γινόταν Χριστιανός αυτό θα σήμαινε ότι ο Ελύμας θα έχανε την επιρροή του στον Ρωμαίο διοικητή.
Εδώ σε αυτό το σημείο ο Παύλος προσπαθεί να κηρύξει στον Ανθύπατο τον Χριστό και ο Μάγος Ελύμας δεν τον αφήνει. Τότε «Σαύλος δε ο και Παύλος [14] πλησθείς πνεύματος αγίου ατενίσας εις αυτόν είπεν ώ πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας υιέ διαβόλου εχθρέ πάσης δικαιοσύνης ου παύση διαστρέφων τας οδούς του κυρίου τας ευθείας».
Ο Λουκάς αναφέρει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος «πλησθείς πνεύματος αγίου» πάνω στον Παύλο ακριβώς τη στιγμή της επιτιμήσεως του Μάγου Ελύμα ώστε να απαλλάξει τον αναγνώστη από την προκατάληψη ότι ο Παύλος ενεργεί κατά τρόπο εξουθενωτικό για τον Μάγο. Έτσι η περιγραφή «ατενίσας εις αυτόν» τονίζει το επίμονο βλέμμα του Αποστόλου προς τον Ελύμα για να του δώσει την τελευταία ευκαιρία μετάνοιας. Ο Λουκάς θέλει να τονίσει τη σύγκρουση του Παύλου με τον Ελύμα και να δείξει την ανωτερότητα του Ευαγγελίου και τη συντριβή της μαγείας.
Οι χαρακτηρισμοί τους οποίους αποδίδει ο Λουκάς στον Ελύμα «ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας υιέ διαβόλου εχθρέ πάσης δικαιοσύνης ου παύση διαστρέφων τας οδούς του κυρίου τας ευθείας» είναι παρμένοι από την Π. Δ εκτός από τον όρο ραδιουργία. Πρόκειται για αποκαλύψεις που κάνει το Άγιο Πνεύμα δια του Παύλου και δεν πρόκειται περί ύβρεων του Παύλου προς το πρόσωπο του Ελύμα. Ο Ελύμας άρχισε να αντιδρά όταν είδε ότι ο ανθύπατος παρακολουθούσε με ευχαρίστηση το λόγο του Θεού. Στόχος του ήταν με διαφορές φιλοσοφικές θεωρίες να απομακρύνει τον Ρωμαίο διοικητή από τη χριστιανική πίστη. Δεν είχε τη δύναμη να αντιδράσει με άλλο τρόπο επειδή ένιωθε την κατωτερότητά του. Η διαρκής αντίδραση του Ελύμα ανάγκασε τους Αποστόλους να του μιλήσουν με αποκαλυπτική γλώσσα. Τις σκέψεις του Ελύμα αποδεικνύει το Άγιο Πνεύμα στον Παύλο και εκείνος ως όργανό του διερμηνεύει στους ακροατές του τις δολιότητες του Ελύμα. Έτσι η ευθύνη βαραίνει τον μάγο επειδή δεν συνετίστηκε. Αντίθετα με τον Παύλο που είναι πλήρης Πνεύματος Αγίου ο Ελύμας είναι πλήρης παντός δόλου και ραδιουργίας. Αυτή η κλητική προσφώνηση δείχνει τη συγκίνηση και την κρισιμότητα της στιγμής.
Η τριπλή επανάληψη του επιθέτου «παντός, πάσης, πάσης» δίνει έμφαση στα επίθετα « δόλος, ραδιουργία και δικαιοσύνη». Η λέξη ραδιουργία δεν αναφέρεται στην Π. Δ ενώ στην Κ. Δ είναι άπαξ λεγόμενο. Ο χαρακτηρισμός του Ελύμα ως «υιού διαβόλου» παρουσιάζει τον Ελύμα να ποιεί τα έργα του διαβόλου. Η πράξη αυτή έρχεται σε αντίθεση με το όνομα του που σημαίνει Βαριησούς = υιός σωτηρίας. Η λέξη διάβολος ερμηνεύεται εδώ ως σατάν [15].
Με την άρνηση του Ελύμα να σταματήσει, ήρθε η ώρα της Θείας δίκης η οποία εκδηλώνεται με τη φράση «και νυν ιδού» στο «Πρ 13: 11 και νυν ιδού χειρ Κυρίου επί σε, και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον άχρι καιρού. παραχρήμα δε έπεσεν επ' αυτόν αχλύς και σκότος, και περιάγων εζήτει χειραγωγούς».
Η εξαγγελία του Παυλου «και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον» θυμίζει την προσωπική εμπειρία του Αποστόλου κατά την κλήση του. Η φράση «μη βλέπων τον ήλιον» είναι πλεονασμός μετά την αρχική «και έση τυφλός». Πρόκειται για εμφαντική φράση που τονίζει την πλήρη τύφλωση του Μάγου. Το «άχρι καιρού» σημαίνει μέχρις ενός χρονικού σημείου [16]. Ο Ωριγένης παρατηρεί ότι η τύφλωση του Ελύμα είχε σκοπό να πιστεύσει ο Σέργιος ενώ το «άχρι καιρού» σημαίνει το χρόνο της μετανοίας του Ελύμα που θα του επέτρεπε να ξαναδεί τον Ήλιο. Τα επιτίμια κατά τον Τίτο Βόστρων τόσο στην Π. Δ όσο και στην Κ. Δ αποτελούν παιδαγωγική μέθοδο που οδηγεί στη σωτηρία.
Η λέξη «αχλύς» σημαίνει το θάμπωμα των ματιών ενώ το «σκότος» σημαίνει την πλήρη τύφλωση. Η σκηνή αυτή είναι αντίστοιχη με την τύφλωση του Απ. Παύλου. Η διαφορά εδώ είναι ότι ο Ελύμας είχε προσωρινή δοκιμασία ενώ ο Ανανίας και η Σαπφείρα είχαν σκληρό τέλος. Τέτοιες ταπεινώσεις μάγων αναφέρονται πολλές στην Π. Δ. Ο Ιωσήφ νικά τους μάντεις (Γεν. 41), ο Μωϋσής τους μάγους της Αιγύπτου (Εξ. 7: 10-13) και ο Βαρλαάμ εξαναγκάζεται με τον όνο του να υπηρετήσει τον Γιαχβέ και τον Εβραϊκό λαό, ο Δανιήλ ταπεινώνει τους Χαλδαίους σοφούς (Δαν. 2: 4). Σε αυτά τα παλαιοδιαθηκικά πλαίσια τοποθετείται και το περιστατικό του Ιουδαίου Μάγου Βαριησού, ο οποίος θα αναγκασθεί να ταπεινωθεί και να υποχωρήσει μπροστά στη δύναμη του Κύριου Ιησού Χριστού.
Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε ως επίλογο του θέματός μας είναι το γεγονός ότι οι δαίμονες διαλαλούν την παρουσία του Ιησού αλλά δεν μπορούν να τα βάλλουν μαζί του. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση της παιδίσκης που είχε «πνεύμα πύθωνος» όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας.
Και στην περίπτωση του Ελύμα βλέπουμε ότι δεν είχε τη δύναμη να αντισταθεί ευθέως με άλλο τρόπο και να εξουδετερώσει τον αντίπαλο του στη στιγμή, ούτε και μπόρεσε να καταφύγει σε μαγικά τεχνάσματα διότι συνειδητοποίησε την κατωτερότητα του ως Μάγου απέναντι στον αντίπαλο του τον Απ. Παύλο. Η μόνη διέξοδος του ήταν το να σταματήσει τον Ανθύπατο από το να ακούσει το κήρυγμα με έντεχνο τρόπο.
[1a]. Κατά τον Πλάτωνα «μαντική επιστήμη θεωρητική του όντος και μέλλοντος ζώω θνητώ» (΄Οροι 414Β). Ο ορισμός αυτός δεν είναι πλήρης γιατί περιορίζεται στο παρόν και στο μέλλον και αφήνει το παρελθόν. Πληρέστερος είναι ο ορισμός του Ομήρου για τον Κάλχαντα «…οιωνοπόλων όχ' άριστος ός ήδη τα τ' εόντα τ' εσόμενα και προ τ' εόντα».
[1b]. Αυτό το οποίο πρέπει να σημειωθεί είναι το ότι η παιδίσκη ακολουθούσε και μάλιστα πολλές ήμερες τους Αποστόλους στη συγκεκριμένη περικοπή διαλαλώντας ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι του Θεού και καταγγέλλουν την οδό της σωτηρίας: «Πρ16, 17 αύτη κατακολουθήσασα τω Παύλω και τω Σίλα έκραζε λέγουσα· Ούτοι οι άνθρωποι δούλοι του Θεού του υψίστου εισίν, οίτινες καταγγέλλουσιν ημίν οδόν σωτηρίας. 18 τούτο δε εποίει επί πολλάς ημέρας. διαπονηθείς δε ο Παύλος και επιστρέψας τω πνεύματι είπε· Παραγγέλλω σοι εν τωονόματι Ιησού Χριστού εξελθείν απ' αυτής. και εξήλθεν αυτή τη ώρα. ».
Και σε άλλες περιπτώσεις τα δαιμόνια διαλαλούν τη Θεότητα του Ιησού. Είναι αναλυτικότατο το χωρίο (Μκ5, 7-13) το οποίο δείχνει ότι τα δαιμόνια αναγνωρίζουν τον Ιησού ως Υιό του Θεού, τον παρακαλούν να μην τα βασανίσει ως ένδειξη κατωτερότητας απέναντί του, και τέλος του ζητούν την άδειά του να εισέλθουν στους χοίρους. «Μκ5, 7 και κράξας φωνή μεγάλη λέγει· Τι εμοί και σοι, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; ορκίζωσε τον Θεόν, μη με βασανίσης. 8 έλεγε γαρ αυτώ· Έξελθε το πνεύμα το ακάθαρτον εκ του ανθρώπου. 9 και επηρώτα αυτόν· Τι όνομά σοι; και απεκρίθη λέγων· Λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμεν. 10 και παρεκάλει αυτόν πολλά ίνα μη αποστείλη αυτούς έξω της χώρας. 11 ήν δε εκεί αγέλη χοίρων μεγάλη βοσκομένη προς τω όρει· 12 και παρεκάλεσαν αυτόν πάντες οι δαίμονες λέγοντες· Πέμψον ημάς εις τους χοίρους, ίνα εις αυτούς εισέλθωμεν. 13 και επέτρεψεν αυτοίς ευθέως».
Η ύπαρξη πολλών δαιμόνων μέσα σε έναν άνθρωπο δηλώνει διάσπαση της προσωπικότητάς του. Απ' αυτή την άποψη η δαιμονική κατοχή μολύνει τον άνθρωπο και τον καθιστά αδύνατο να λατρεύσει το Θεό και να βρίσκεται σε κοινωνία μαζί του. Οι δαιμονικές δυνάμεις σύμφωνα με το (Εφ2, 2) κατοικούν ανάμεσα στον ουρανό και στη γη και εισέρχονται στην περιοχή των ανθρώπων προκαλώντας καταστροφές και αλλοίωση της προσωπικότητάς του. Η Νίκη του Χριστού εναντίον των δαιμονικών δυνάμεων δεν επιβάλλεται ως υποχρεωτική νέα κατάσταση. Στη Χριστιανική σκέψη το κακό καταβάλλεται με δυνάμεις που υπερβαίνουν αυτές του ανθρώπου. Η ερώτηση των δαιμόνων σε πληθυντικό «29 και ιδού έκραξαν λέγοντες· Τι ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού; ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;» δείχνει καθαρά ποιο θα είναι το τέλος των δαιμόνων αλλά και των ανθρώπων που τους ακολουθούν. Ο Μεσσίας εκφράζει την αρχή της απελευθέρωσης του ανθρώπου και της εκμηδένισης του έργου των δαιμόνων σε όλα τα επίπεδα. Οι δαιμονικές δυνάμεις παρότι εκδιώκονται συνεχώς από τον Ιησού συνεχίζουν όμως και μετά τον Σταυρό του να επηρεάζουν τους ανθρώπους και αυτό γιατί μόνο με την ένταξη και την μυστηριακή ζωή του ο άνθρωπος μπορεί να νικήσει τις επιδράσεις τους. Πολύ σωστά τονίζει ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος ότι κάθε φορά που συνέρχονται οι χριστιανοί για να μετάσχουν στη θεία ευχαριστία συντρίβονται οι δαιμονικές δυνάμεις.
[1c]. H μαντεία στον Εθνισμό διατηρήθηκε για πολλούς αιώνες με πλήθος εγκατεσπαρμένων μαντείων στον Ελληνικό αλλά και στον ευρύτερο Ανατολικό χώρο. Όλα αυτά τα μαντικά κέντρα αποτελούσαν πόλο έλξης και πλήθος κόσμου συνέρρεαν αναζητώντας πληροφορίες για τα μέλλοντα «ει νικήσουσιν, …ει συμφέρει πλειν, ει γεωργείν, ει αποδημείν».
[2]. Δεν υπήρχε ομοιόμορφος τρόπος παροχής των Χρησμών στα Ελληνικά Μαντεία. Στους Δελφούς η Πυθία προφήτευε από τρίποδος, όπως λέγεται, στη Δωδώνη δια της ιεράς φυγός (βελανιδιάς). Στο Άργος η Ιέρεια προφήτευε αφού πρώτα γευόταν αίμα αρνίου, και αλλού με άλλο τρόπο». (Παυσανίου, Β΄, Κορινθιακά 24, 10). Ο τρόπος έμπνευσης της Πυθίας απασχολούσε και τους Χριστιανούς συγγραφείς αλλά και διάφοροι άλλοι συγγραφείς ομιλούν για την ύπαρξη κάποιου ρήγματος που έβγαζε ένθεο ατμό όπου εκεί στεκόταν η Πυθία υπό την επίδρασή του. Άλλοι συγγραφείς ομιλούν για κάποιον τρόπο ενθουσιασμού της Πυθίας που την έκανε να θεσπίζει έμμετρα η άμετρα όταν καθόταν πάνω στον τρίποδα που ήταν τοποθετημένος κι αυτός με τη σειρά του πάνω στο ρήγμα. (Στράβωνος, Γεωγραφικών Θ, 3, 5). Κατά τον Πλούταρχο, ενώ η γη γεννά τις αναθυμιάσεις και ο ήλιος σαν θεός της δίνει τη δύναμη αυτή με τη μεταβολή που επιτρέπει, οι δαίμονες όμως ρυθμίζουν την αρμονική και μέτρια δόση της μαντικής δύναμης στους ανθρώπους. (Περί των Εκλελοιπότων χρηστηρίων, 48). Άξια παραθέσεως είναι αυτά που γράφει ο Διονύσιος Λογγίνος στο Περί ύψους 13, 2, για αυτό το ρήγμα και τον ένθεο ατμό που έβγαινε: «Πολλοί γαρ αλλοτρίω θεοφορούντι πνεύματι τον αυτόν τρόπον, ον και την Πυθίαν λόγος έχει τρίποδι πλησιάζουσαν, ένθα ρήγμά εστι γης αναπνέον, ως φασιν, ατμόν ένθεον, αυτόθεν εγκύμονα της δαιμονίου καθισταμένην δυνάμεως παραυτίκα χρησμωδείν κατ' επίπνοιαν».
[3]. Ο Πλούταρχος γράφει, (Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων 22 και 46): «Αδύνατον διαλέγεσθαι ποιητικώς των αγράμματον και ανήκοον επών · ώσπερ η νυν τω θεώ λετρεύουσα γέγονε μεν ει τις άλλος ενταύθα νομίμως και καλώς και βεβίωκεν ευτάκτως· τραφείσα δ' εν οικία γεωργών πενήτων, ουτ' από της τέχνης ουδέν, ουτ' απ' άλλης τινός εμπειρίας και δυνάμεως επιφερομένη, κατείσιν εις το χρηστήριον, αλλ' ώσπερ ο Ξενοφών οίεται δειν, Ελάχιστα νύμφην ιδούσαν, ελάχιστα δε ακούσασαν εις ανδρός βαδίζειν, ούτως άπειρος και αδαής ολίγου δειν απάντων, και παρθένος ως αληθώς την ψυχήν, τω θεώ σύνεστιν».Ο Ενθουσιασμός αυτός δεν είχε σχέση με την καλλιέργεια της Πυθίας, αλλά με την καθαρότητά της.
[4]. Πλουτάρχου, Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων, 8. 46.
[5]. Tertulliani, Ad uxorem, VI, Patrologia Latina 1, 1396.
[6a]. Ο ίδιος συγγραφέας παρατηρεί, (Φαίδρος 22 η 244): «…τα μέγιστα των αγαθών ημίν γίγνεται δια μανίας, θεία μέντοι δόσει διδομένης · η τε γαρ δη εν Δελφοίς προφήτις αι τε εν Δωδώνη ιέρειαι μανείσαι μεν πολλά δη και καλά ιδία τε και δημοσία την Ελλάδα ειργάσαντο, σωφρονούσαι δε βραχέα η ουδέν · και εάν δη λέγωμεν Σίβυλλάν τε και άλλας, όσοι μαντική χρώμενοι ενθέω, πολλά δη πολλοίς προλέγοντες εις το μέλλον ώρθωσαν».
[6b]. Φαίδρος 244D. Βλπ. Κικέρων (De divination 1, 11). Θα αναφερθούμε μόνο σ' ένα συνδυασμό ένθεης μαντικής και μαγείας, που ενδιαφέρει άμεσα το θέμα μας, στους εγγαστρίμυθους (εγγαστρίτες, γαστρομάντεις), χυθομάντεις ή πύθωνες, Ευρυκλείς ή Ευρυκλείδες (βλ. Bou- he - Leclercq DS 3, 309, σημ. 201). Ο Πλούταρχος θεωρεί τη λαϊκή άποψη για την κατοχή αυτών των ανθρώπων από το θεϊκό πνεύμα απαράδεκτη: «Εύηθες γαρ εστι και παιδικόν κομιδή το οίεσθαι τον θεόν αυτόν ώσπερ τους εγγαστρίμυθους Ευρυκλέας πάλαι νυνί δε Πύθωνας προσαγορευομένους ένδυομενον εις τα σώματα των προφητών υποφθέγγεσθαι τοις εκείνων στόμαστι και φωναίς χρώμενον οργάνοις... » (Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων 9). Μ' αυτή την έννοια κατανοούν και οι αρχαίοι ερμηνευτές το «έχουσα πνεύμα πύθωνος» στο (Πρ. 16, 16) η παιδίσκη ήταν εγγαστρίμυθος. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι ο εντοπισμός της ξένης φωνής στη γαστέρα (ή στο στέρνο) δεν σημαίνει ορθολογική ερμηνεία ή απομύθευση, αλλά εντοπισμό του χώρου κατοικίας ή δράσεως του θείου ή δαιμονικού πνεύματος που δρα μέσω του ανθρώπου. Γι' αυτό σωστά ό Λουκάς λέει ότι ή παιδίσκη κατεχόταν από το «πνεύμα του Πύθωνα» ή από το «πνεύμα πύθωνα», δηλ. από το μαντικό πνεύμα. Βλπ. Β. Στογιάννος, ΒΒ4, Ερμηνευτικά Μελετήματα.
[7]. Αισχύνου, Κατά Κτησιφώντος, 130. Για αυτό και για πολλά άλλα ιστορικά γεγονότα υπάρχουν χρησμοί διαφορετικοί, όμοιοι, αλλά και αντίθετοι μεταξύ τους. Βλπ. PARKE H. Τα ελληνικά μαντεία, σ. 118 κ. ε. Πολλοί χρησμοί τους δεν επαληθεύτηκαν: «Πώς ουν απέτυχον της μαντείας οι Επτά επί Θήβαις του άρδην απολέσαι την πόλιν; Η γαρ αποτυχία της μαντείας έλεγχος γινεται της ασθενείας του θεού του δια της μαντείας προμηνήσαντος τα ανέκβατα». Ιουστίνου, Αμφιβ. Αποκρίσεις προς Ορθοδόξους, ερ. ρνς. Στο ΒΕΠ 4, 145. Και ο Ωριγένης στο έργο του «Κατά Κέλσου Ζ΄, 5. ΒΕΠ 10, 127», αμφισβητεί την αλήθεια των χρησμών της Πυθίας γιατί κατ' αυτόν ο θεός που τις έδινε ήταν ανύπαρκτος. Μολονότι ο Ωριγένης επικρίνει κυρίως τον τρόπο με τον οποίο εξέφερε η Πυθία τους χρησμούς, εν τούτοις το βαθύτερο στόχο του αποτελεί το «παρ' αρχαίοις χρηστηριάζειν» γιατί τους χρησμούς αυτούς τους θεωρούσε έργο του δαίμονα και όχι κάποιου θεού που στην ουσία δεν υπήρχε. Λέει ότι για να αποδείξει την αλήθεια των ισχυρισμών του θα μπορούσε να επικαλεστεί τις μαρτυρίες του Αριστοτέλη και του Επίκουρου μόνον, ωστόσο όμως προτιμά να μιλήσει πάνω στο θέμα αυτό με οδηγό τη Χριστιανική αλήθεια «ΒΕΠ 10, 127». Βλπ. περισσότερα στο Ν. Τσουλκανάκη « Η χριστιανική άσκηση Πράξη και Θεωρία». Ομοίως και ο Ι. Χρυσόστομος ψέγει τον τρόπο του «χρηστηριάζειν» της Πυθίας (Εις την Α Κορινθίους επιστολήν. Ομιλία ΚΘ, 1. PG 61, 242).
[8]. Κατά την άποψη σύγχρονων ερευνητών η παρακμή του Μαντείου των Δελφών άρχισε ακόμη από τα ελληνιστικά χρόνια. Το 290 π. Χ η Αιτωλική Συμπολιτεία κατέλαβε τους Δελφούς, χωρίς κανένας να διαμαρτυρηθεί. Το 279 π. Χ το λεηλατούν οι Γαλάτες και το 86 π. Χ ο ρωμαίος Σύλλας, ενώ το 83 π. Χ διάφορα θρακικά φύλα. Το 67 μ. Χ ο Νέρωνας αφαιρεί από τους Δελφούς 500 αγάλματα και το 394 παύει πια με διάταγμα του Μ. Θεοδοσίου η λειτουργία του οριστικά. Οι σεισμοί και η εγκατάλειψη σκέπασαν την περιοχή με χώματα και αλλά υλικά και στη θέση αυτή κτίσθηκε αργότερα το γνωστό Καστρί. Πενταζού Μ., Η Ιστορία του Ιερού Μαντείου των Δελφών. Αρχαιολογία, τεύχος 4 (1992)50.
[9]. Ο Πλούταρχος, ο οποίος υπηρέτησε σαν ιερέας στο Μαντείο των Δελφών, είναι ο μόνος που μας δίνει τέτοιου είδους πληροφορίες σχετικά με το πως μιλούσε στην Πυθία ο θεός και πως εν συνέχεια διερμήνευε η Πυθία τη βουλή του. Ο Απόλλων μας λέει «μόνας τας φαντασίας παρίστησι και φως εν τη ψυχή (της Πυθίας) ποιεί προς το μέλλον». Περί του μη χραν έμμετρα, 7. Έπειτα η Πυθία εξέφερε τους χρησμούς με δικά της λόγια.
[10]. H απόδοση της φράσης «μάγος ψευδοπροφήτης» στον Ελύμα καθώς και η αναφορά του συγκεκριμένου μάγου πρέπει να εκληφθεί εδώ διττώς α) εν συγκρίσει με τους άλλους μάγους, έννοια η οποία τον διαφοροποιεί και τον κατατάσσει στην elite των μάγων εν αντιθέσει με τους άλλους μάγους, που προσποιούνται κατά κάποιο τρόπο τον μάγο αλλά δεν είναι μάγοι. Άλλωστε, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις στην Κ. Δ αναφέρονται «επώνυμοι» μάγοι επειδή αυτοί συνήθως σπεύδουν πρώτοι ενάντια στους Αποστόλους β) Για τη Χριστιανική Πίστη η Μαγεία είναι τέχνη του διαβόλου άσχετα με το αν ο μάγος είναι σαν τον Ελύμα ή σαν τους Μάγους του Φαραώ ή τέλος πάντων είναι ένας που το παίζει μάγος θα λέγαμε σήμερα. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί βαρύτατο αμάρτημα η ενασχόληση με τη Μαγεία το οποίο απαγορεύουν και οι κανόνες.
[11]. Η ανάπτυξη της μαγείας και της αστρολογίας κατά τους Ελληνορωμαϊκούς χρόνους οφείλεται σε διάφορους λόγους ψυχολογικούς και θρησκευτικο-κοινωνικούς. Η πτώση του κράτους η καταδυνάστευση και η αλλοτρίωση του ανθρώπου δημιούργησαν μια φοβερή ανασφάλεια ώστε να φαίνεται αδύνατη η ευτυχία στη γη. Ο άνθρωπος αντιμέτωπος με έναν κόσμο που διαρκώς τον συνθλίβει ζητά να καταστεί κύριος των πραγμάτων γι' αυτό και καταφεύγει στη μαγεία. Υπό το πρίσμα αυτό είναι λογικότατη η θέση του Μάγου δίπλα στον πρώτο άνδρα της Κύπρου τον Ανθύπατο Σέργιο. Η Καταφυγή στη μαγεία πέραν του ότι φανερώνει έλλειψη πίστεως, τότε και τώρα, οδήγησε τους Πατέρες στη σύναψη Αυστηρών Κανόνων προς αποτροπή του φαινόμενου
α) Κανών λβ΄ Ιωάννου του Νηστευτού: «Τοις γοητείαν ή φαρμακείαν εξαγορεύουσιν, επί τρία έτη της μετανοίας την οικονομίαν συντέμνει, είτε προθυμηθείεν ημέρας εκάστης περί πλείστου την νηστείαν ποιείσθαι, και μετά ώραν ενάτην απεσκληκυία και ξηρά τροφή χρήσθαι, και όσον ατέχνως αποζήν, αλλά και προσκυνήσεις ποιείν διακοσίας πεντήκοντα, το μέτωπον ευλαβώς τη γη προσερείδοντας. Τούτοις ευθύνει και των γυναικών τας ποιούσας περίαπτα, και μαντείας μετερχομένας»
β) Κανών ξα΄ Πενθέκτης: «Οι μάντεσιν εαυτούς εκδιδόντες, ή τοις λεγομένοις εκατοντάρχοις, ή τισί τοιούτοις, ως αν παρ' εκείνων μάθοιεν ό, τι αν αυτοίς εκκαλύπτεσθαι βούλοιντο, κατά τα πρώην υπό των Πατέρων περί αυτών ορισθέντα, υπό τον κανόνα πιπτέτωσαν της εξαετίας. Τω αυτώ δε τούτω επιτιμίω καθυποβάλλεσθαι δει, και τους άρκτους επισυρομένους, η τοιαύτα ζώα, προς παίγνιον και βλάβην των απλουστέρων, και τύχην, και ειμαρμένην, και γενεαλογίαν, και τοιούτων τινών ρημάτων όχλον, κατά τους της πλάνης λήρους φωνούντας, τους τε λεγομένους νεφοδιώκτας, και γητευτάς, και φυλακτηρίους, και μάντεις. Επιμένοντας δε τούτοις, και μη μετατιθεμένους, και αποφεύγοντας τα ολέθρια ταύτα και ελληνικά επιτηδεύματα, παντάπασιν απορρίπτεσθαι της εκκλησίας ορίζομεν, καθώς και οι ιεροί κανόνες διαγορεύουσι. Τις γαρ κοινωνία φωτί προς σκότος; ως φησιν ο Απόστολος, ή τις συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ;»
γ) Κανών κδ΄ Αγκύρας: «Οι καταμαντευόμενοι και ταις συνηθείαις των εθνών εξακολουθούντες η εισάγοντές τινας εις τους εαυτών οίκους επί ανευρέσει φαρμακειών, κατά τους βαθμούς τους ωρισμένους, τρία έτη υποπτώσεως και δύο έτη ευχής, χωρίς προσφοράς» δ) Κανών λστ΄ Λαοδικείας: «Ότι ου δει ιερατικούς ή κληρικούς μάγους ή επαοιδούς, είναι ή μαθηματικούς, ή αστρολόγους, ή ποιείν τα λεγόμενα φυλακτήρια, άτινά εστι δεσμωτήρια των ψυχών αυτών. Τους δε φορούντας, ρίπτεσθαι εκ της εκκλησίας εκελεύσαμεν».
Παρά τα βαριά επιτίμια όμως, η αναγωγή της μαντείας σε ακάθαρτα πνεύματα δεν φαίνεται να επηρέασε τους πολλούς αφού το ενδιαφέρον τους για την έκβαση των πραγμάτων ήταν ισχυρότερο από το φόβο επιβολής των ανωτέρω επιτιμίων από τους Κανόνες της Εκκλησίας.
[12]. «ώ όνομα Βαριησούς» δηλώνει ότι ήταν Ιουδαίος. Δημιουργείται εύλογα το ερώτημα «Ελύμας» αν είναι μετάφραση του «Βαριησού» και σημαίνει μάγος. Η περίπτωσή μας είναι διαφορετική διότι το Βαριησούς αναφέρεται στο στίχο (6) ενώ το Ελύμας στο στίχο (8) επομένως πρόκειται για δυό διαφορετικές ονομασίες του Μάγου. Η παράδοση αναφέρει κάποιον Κύπριο Μάγο με το όνομα «Άτομος». Έγινε σύγχυση κατά τον Harris των ονομάτων και γιαυτό το δυτικό κείμενο έχει το όνομα «Έτοιμος». Έτσι ταυτίζεται το αραμαϊκό όνομα «Βαριησούς» με το «Έτοιμος» και το «Ετοίμας». Το ετοίμως είναι άπαξ λεγόμενο στις Πράξεις και σημαίνει έτοιμος. Αξιόλογη άποψη είναι αυτή του L. Yaure ο οποίος υποστηρίζει ότι ο «Ελύμας» προέρχεται από την Εβραϊκή λέξη «αλόμα» που σημαίνει μάγος. Έτσι το Ελύμας δεν είναι μετάφραση του Βαριησούς αλλά είναι δυό διαφορετικά ονόματα. Στην αρχή τον λέει Βαριησού ο Λουκάς γιατί έτσι ήταν γνωστός στους Ιουδαίους και αργότερα μεταφράζει το Ελύμας με το μάγος(αλόμα). Πιθανόν για τους Ιουδαίους της Κύπρου ο Μάγος Βαριησούς ήταν γνωστός ως Ελύμας ( Alima= ισχυρός, δυνατός). Οι οπαδοί της περιβόητης σχολής της Τυβίγγης ισχυρίζονται ότι ο Λουκάς έπλασε μια παρόμοια ιστορία καταπολεμήσεως ενός μάγου από τον Παύλο επειδή υπήρχε στην παράδοση μια ιστορία καταπολεμήσεως από τον Πέτρο. Περισσότερα για τη σημασία του ονόματος του Μάγου βλπ. Χρήστου Οικονόμου, Σπουδές στον Αρχέγονο Χριστιανισμό, 3, «Οι απαρχές του Χριστιανισμού στην Κύπρο».
[13]. Η Ιουδαϊκή καταγωγή του Μάγου δημιούργησε σοβαρό ερμηνευτικό πρόβλημα επειδή δεν επιτρεπόταν στους Ιουδαίους η άσκηση μαγείας στην Π. Δ. Ο Ισραήλ είναι ο μοναδικός λαός που αντιστάθηκε στο φαινόμενο της Μαγείας. Παρόλα αυτά όμως το φαινόμενο της Μαγείας εμφανίζεται και στον Ισραήλ. Η μάντισσα από την Αενδώρ επικαλέστηκε το πνεύμα του Σαμουήλ για να προαναγγείλει στον Σαούλ τον τραγικό του θάνατο (Α΄ Βασιλ 28, 3-25). Αναφέρονται επίσης τα μάγια της Ιεζάβελ (Δ΄ Βασιλ 9, 22) οι πράξεις δεισιδαιμονίας των βασιλέων Άχαζ (Δ΄ Βασιλ 16, 3) και Μανασσή (Δ΄ Βασιλ 21, 6) τις οποίες καταπολέμησε ο Ιωσίας (Δ΄ Βασιλ 23, 24). Στην Π. Δ τα περιστατικά της μαγείας που αναφέρονται σκοπό έχουν να καταδείξουν ότι ο Γιαχβέ είναι πάνω από τις σκοτεινές δυνάμεις της Μαγείας και της Μαντείας. Ο Λουκάς αναφέρει την εθνικότητα του μάγου για να τονίσει τη νόθο και αιρετική κατάσταση του Ιουδαϊσμού για να προαναγγείλει την τελική ταπείνωση του μάγου. Η Ιουδαϊκή καταγωγή του Μάγου αναφέρεται και από τον Ι. Χρυσόστομο: «Πάλιν μάγος Ιουδαίος, καθάπερ Σιμών. » Μάλιστα ο συγκεκριμένος μάγος δεν αγανακτούσε όταν οι Απόστολοι εκήρυττον στους άλλους, αλλά μόνον όταν πήγαν στον Ανθύπατο, «Και όρα τούτον, ότε μεν τοις άλλοις εκήρυττον, ου σφόδρα αγανακτούντα · επειδή δε τω ανθυπάτω προσήεσαν, τότε». PG 60, 209, ΟΜΙΛΙΑ, ΚΗ΄. Αυτό είναι εύκολα κατανοητό διότι η μεταστροφή του Ανθυπάτου στο Χριστιανισμό σημαίνει παρά πολλά και για τη διάδοση του Χριστιανισμού αλλά και για τη θέση του Μάγου δίπλα στον Ανθύπατο. Στην ίδια ομιλία χαρακτηρίζει ως θαυμαστό το γεγονός ότι στο κήρυγμα του Παύλου ο Ανθύπατος ήταν πρόθυμος να ακούσει παρότι όπως μας λέει ήταν προκατειλημμένος από τη μαγεία του Ελύμα: «Το δε θαυμαστόν του ανθυπάτου, ότι και προκατειλημμένος τη μαγεία εκείνου, ήθελεν άκουσαι των Αποστόλων».
[14]. α. Ο Λουκάς από την αρχή του βιβλίου των Πράξεων χρησιμοποιεί το όνομα Σαύλος αλλά από το Πρ 13, 9 χρησιμοποιεί το όνομα Παύλος. Οι ερευνητές συμφωνούν ότι το όνομα Σαούλ προέρχεται από το όνομα του γνωστού βασιλιά των Ισραηλιτών και το όνομα Παύλος είναι εξελληνισμένο Ρωμαϊκό. Διαφωνούν όμως ως προς το χρονικό διάστημα που ο Σαύλος πήρε το όνομα Παύλος. Για το θέμα αυτό έχουν εκφρασθεί διαμετρικά αντίθετες απόψεις. Ο Ιερώνυμος υποστηρίζει ότι μετά την μεταστροφή του Σεργίου Παύλου άλλαξε το όνομα του Αποστόλου από Σαύλος σε Παύλος.
β. «ο και» το μεταφράζει με το λατινικό «qui et» για να τονίσει την μεταγενέστερη ονομασία του Παύλου. Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι ο Παύλος πήρε το όνομα του Ανθυπάτου Σεργίου Παύλου που μετέστρεψε. Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Παύλος είχε το όνομα αυτό από πριν αλλά επειδή θα απευθυνόταν πλέον στους Εθνικούς ο Λουκάς χρησιμοποιεί το εξελληνισμένο ρωμαϊκό όνομα Παύλος. Η φράση «και» σύμφωνα με τον W. Schmid λέει ότι συνηθίζεται στους χρόνους της Κ. Δ η χρήση του συνδέσμου «και» μεταξύ δύο ονομάτων. Με βάση αυτό άλλος ερευνητής λέει ότι το «Σαύλος δε ο και Παύλος» από δω και πέρα θα εκαλείτο Παύλος. Στο ελληνιστικό περιβάλλον χρησιμοποιούσαν το ελληνικό όνομα ενώ στην Πατρίδα τους μεταξύ των ομοεθνών τους το οικείο. Είναι βέβαιο για τον Ramsay ότι ο Παύλος αποκάλυψε στον Ανθύπατο ότι ήταν Ρωμαίος πολίτης. Ο πατέρας του, του έδωσε το όνομα Σαύλος προς τιμήν του βασιλιά Σαούλ ενώ το Παύλος πρέπει να ήταν το πατρώνυμό του. Ο συγγραφέας των Πράξεων μετά την τύφλωση του Ελύμα τον ονομάζει Παύλο. Από το Πρ. 13, 9 ο Παύλος αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να διδάξει τον λόγο του Θεού στον ανθύπατο Σέργιο.
[15]. Ομοίως η φράση «πάσα δικαιοσύνη» απαντάται και στην Π. Δ με ηθική έννοια ενώ στην Κ. Δ έχει την έννοια της Θείας Οικονομίας. Εδώ απαντά με την έννοια της Θείας Οικονομίας. Στόχος του Παύλου ήταν η μεταστροφή του Ανθυπάτου όπου θα άνοιγε έτσι τη θύρα στους Εθνικούς. Η επιμονή του μάγου φαίνεται όταν ο Απ. Παύλος του λέει «ου παύση διαστρέφων». Επειδή όμως οι ενέργειες του Μάγου αντιστρατεύονται στη Θεία Οικονομία και έτσι ο Παύλος τον προτρέπει να σταματήσει. Ο Ελύμας στρεφόταν και εναντίον των Αποστόλων και εναντίον της Αλήθειας του Θεού. Η φράση «τας οδούς του Κύριου τας ευθείας» είναι παρμένη από την Π. Δ διότι ευθείαι αι οδοί του Κύριου (Ωσ. 14, 10). Η οδός χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσουν οι Ιουδαίοι την ηθική τους ως ευθεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εκκλησία και ο Χριστός ονομάζονται «οδός Κύριου» η «οδός Θεού». Επομένως ο Ελύμας ζητούσε να διαστρέψει την οδό του Κύριου που οδηγεί στη σωτηρία.
[16]. «Και το, Άχρι καιρού δε, ου κολάζοντος το ρήμα, αλλ' επιστρέφοντος. Ει γαρ κολάζοντος ην, διαπαντός αν αυτόν εποίησε τυφλόν · νυν δε ου τούτο, αλλά προς καιρόν, ίνα τον άνθρωπον κερδάνη. Παραχρήμα δε επέπεσεν επ' αυτόν αχλύς και σκότος, και περιάγων εζήτει χειραγωγούς». PG 60, 210, ΟΜΙΛΙΑ ΚΗ. «Της εν τη ψυχή τυφλότητος τούτο σημείον ην · Άχρι δε καιρού πάσχει, ώστε μετανοήσαι». PG 60, 212, ΟΜΙΛΙΑ ΚΗ΄.http://oodegr.com/neopaganismos/arxaio_xali/manteia_1.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου