.

.

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

TO XAPATZI: Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ


Ελισάβετ Α. Ζαχαριάδου

   Ελάχιστα είναι γνωστά σχετικά με την φορολογία των εκκλησιαστικών, που ζούσαν κατά την προ-οθωμανική περίοδο μέσα στα τουρκικά εδάφη. Από μία επιστολή του μητροπολίτη Εφέσου Ματθαίου γίνεται γνωστό πως γύρω στα μέσα του ΙΔ' αιώνα οι δυνάστες της περιοχής, οι Αϊδίνογλου, απαιτούσαν από αυτόν φόρους. Επίσης το 1387 οι Τούρκοι δυνάστες της Αττάλειας απαιτούσαν φόρους από τον μητροπολίτη Πέργης και Ατταλείας.2
Όπως είδαμε, στο Χρονικό του Ψευδο-Σφραντζή αναφέρεται πως ο Μωάμεθ Β' χορήγησε στον Γεννάδιο, ανάμεσα στα άλλα, το προνόμιο να είναι αφορολόγητος. Με βάση αυτήν την πληροφορία θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει πως μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία ο Πατριάρχης δεν θα πλήρωνε φόρο ούτε ως άτομο, δηλαδή ως "άπιστος" υπήκοος ενός Μουσουλμάνου ηγεμόνα (ως dhimmi), ούτε ως πρόσωπο που ασκούσε λειτούργημα μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία, δηλαδή ως αρχηγός της Ορθόδοξης κοινότητας. Ως άτομο, σύμφωνα με το θρησκευτικό-πολιτικό ισλαμικό σύστημα, ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει τους δύο ειδικούς φόρους που κάθε μη-Μουσουλμάνος υπήκοος ενός ισλαμικού κράτους όφειλε προς το κράτος, τον κεφαλικό φόρο, την djizya, και τον φόρο για την γη, το kharadj. Πρέπει αμέσως να διευκρινισθεί εδώ πως οι δύο αυτοί όροι άρχισαν από πολύ παλιά να συγχέονται στην ισλαμική νομοθεσία και να χρησιμοποιούνται εναλλακτικά.3 Ειδικότερα, ο όρος χαράτζι, δηλαδή το αραβικό kharadj4, που φαίνεται ότι ετυμολογικά ανάγεται στην ελληνική λέξη χορηγείο ή χάραγμα,5 και που αρχικά σήμαινε τον φόρο της γης ενός μη-Μουσουλμάνου, αφού γρήγορα πέρασε στην ελληνική, την λατινική και τις νεολατινικές γλώσσες κατέληξε να σημαίνει για τους Χριστιανούς γενικά οποιονδήποτε φόρο πλήρωναν οι τελευταίοι στους Μουσουλμάνους.
Αρχίζοντας από τους προσωπικούς φόρους των μη-Μουσουλμάνων, πρέπει να επισημανθεί η άποψη πως μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία οι κληρικοί και οι μοναχοί ήσαν απαλλαγμένοι από την καταβολή του κεφαλικού φόρου ως το έτος 1691.6 Η άποψη όμως αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί γιατί υπάρχουν μαρτυρίες που καταδεικνύουν ότι και οι κληρικοί καθώς επίσης και οι μοναχοί κατέβαλλαν djizya πριν από το έτος αυτό. Ένα οθωμανικό έγγραφο του 1427 φανερώνει πως ο μητροπολίτης Σερρών πλήρωνε χαράτζι και με τον όρο αυτό ίσως πρέπει να καταλάβουμε τον κεφαλικό φόρο.7 Δίπλα σ' αυτήν την αμφίβολη ίσως περίπτωση υπάρχουν ωστόσο δύο ρητές μεταγενέστερες μαρτυρίες. Η πρώτη σχετίζεται με τον ηγούμενο της Μονής της Πάτμου Μεθόδιο, που είχε διατελέσει και μητροπολίτης, και που, όπως δείχνει ένα έγγραφο του 1499, ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει djizya.8 H δεύτερη αποκαλύπτει πως το 1520 οι μοναχοί του Αγίου Όρους επίσης κατέβαλλαν djizya.9 Στις παραπάνω περιπτώσεις πάντως ο φόρος πληρωνόταν με τρόπο ευνοϊκό, γιατί είχε θεσπισθεί να καταβάλλουν οι μοναχοί ένα χρηματικό ποσό κατ' αποκοπήν (maktu), συμφωνημένο από πριν, το οποίο πιθανότατα ήταν κατώτερο από το ακριβές πολλαπλάσιο του αριθμού των μοναχών και του καθορισμένου κεφαλικού φόρου. Η ευνοϊκή αυτή μεταχείριση οφειλόταν στην πολιτική των Σουλτάνων που πρόσφεραν την προστασία τους στην Εκκλησία και στα μοναστήρια, επειδή ήθελαν να έχουν τους Χριστιανούς υπηκόους τους με το μέρος τους.
Επιπλέον, μπορεί να θεωρείται βέβαιο πως οι εκκλησιαστικοί και οι μοναχοί ήσαν απαλλαγμένοι από ορισμένους φόρους. Μπορούμε να καθορίσουμε μερικούς από αυτούς. Στην νομική συλλογή (kanun-name) του Μωάμεθ Β' (1451-1481) και του Βαγιαζήτ Β' (1481-1512) περιλαμβάνεται ένα μπεράτι για ένα μητροπολίτη που δεν κατονομάζεται.10 Πρόκειται μάλλον για ένα τύπο εγγράφου, που υπήρχε στην σουλτανική γραμματεία για να χρησιμοποιείται, κάθε φορά που διοριζόταν ένας μητροπολίτης, και πιθανότατα ανάγεται στην περίοδο πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.11 Στο έγγραφο πάντως αυτό απαριθμούνται οι ακόλουθοι φόροι, από τους οποίους απαλλασσόταν ένας μητροπολίτης
- ο φόρος για το ταχυδρομείο (ulak), για την ανέγερση οχυρωματικών έργων (cerakhor),12 για την γη (kharadj), για τις έκτακτες περιστάσεις (avariz) και για το κράτος (tekalif-i divaniye). H απαρίθμηση αυτών των πέντε φόρων υποδηλώνει ότι ο μητροπολίτης ήταν απαλλαγμένος μόνο από αυτούς και ότι συνεπώς πλήρωνε τους άλλους που ήσαν θεσμοθετημένοι αλλά δεν υπήρχε λόγος να καταγραφούν στο μπεράτι. Δεν αναφέρεται απαλλαγή από την djizya. Θα μπορούσαμε βέβαια να υποθέσουμε ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η djizya υπονοείται με τον όρο kharadj, αυτό όμως είναι αβέβαιο, εφόσον μάλιστα σε άλλα έγγραφα αναφέρεται ρητά πως η djizya καταβαλλόταν. Επίσης, σε άλλα έγγραφα μνημονεύεται η απαλλαγή του μητροπολίτη μόνο από τους έκτακτους και τους κρατικούς φόρους.13 Οπωσδήποτε όμως δεν μπορεί να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα πως αυτές και μόνο ήσαν οι φορολογικές απαλλαγές του ιερατείου μέσα στην οθωμανική επικράτεια. Γιατί είναι γνωστό πως μέσα σ' αυτή οι θεσμοί παρουσίαζαν μεγάλη ποικιλία από περιοχή σε περιοχή καθώς και από εποχή σε εποχή.
Αφού απορρίψουμε την άποψη πως οι εκκλησιαστικοί και οι μοναχοί ήσαν απαλλαγμένοι από τους προσωπικούς φόρους των μη-Μουσουλμάνων, μπορούμε, αντίθετα, να δεχτούμε πως ο Γεννάδιος και οι πρώτοι διάδοχοι του δεν κατέβαλλαν κανένα φόρο με την ιδιότητα του Πατριάρχη ούτε καν με τον τύπο κάποιου δώρου. Γιατί οι πηγές της εποχής ομόφωνα παραδίδουν πως μόνο αργότερα άρχισαν οι Πατριάρχες να πληρώνουν τους δύο γνωστούς φόρους, που τους βάρυναν, το πεσκέσι και το χαράτζι.
Όπως είδαμε, για να γίνει κανείς Πατριάρχης έπρεπε να έχει ειδικό προσωπικό έγγραφο, του τύπου που ονομαζόταν μπεράτι, από τον Σουλτάνο, κατά την παράδοση του οποίου έπαιρνε ορισμένα συμβολικά δώρα.14 Ο αποδέκτης του μπερατιού πάλι ανταπέδιδε προσφέροντας ένα δώρο στον Σουλτάνο που ονομαζόταν peshkesh. Ο περσικός αυτός όρος, ο οποίος από πολύ παλιά είχε περάσει στην τουρκική γλώσσα, πέρασε και στην ελληνική με την μορφή πεσκέσιον, και δεν αποτελούσε ονομασία φόρου αλλά σήμαινε τα δώρα ή το δώρο που προσέφερε κανείς με την ευκαιρία μιας ειδικής περίστασης, όπως, π.χ., στην περίπτωση του Πατριάρχη, την παραχώρηση ενός μπερατιού.15
Η απαλλαγή των πρώτων Πατριαρχών από φορολογικές υποχρεώσεις πιθανότατα εντάσσεται στην τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε ο Μωάμεθ Β' για να εποικίσει την Κωνσταντινούπολη ώστε γρήγορα αυτή να καταστεί μία πρωτεύουσα αντάξια του κράτους του. Ανάμεσα στα μέτρα, που πήρε για να πραγματοποιήσει τον σκοπό του, ήταν και η παροχή φορολογικής απαλλαγής προς διάφορες κατηγορίες πολιτών, Μουσουλμάνων και Χριστιανών, τους οποίους εγκατέστησε στην Πόλη ύστερα από πρόσκληση ή και με την βία. Αναζητούσε νέους εποίκους με κριτήριο την πείρα τους σε αστικό βίο, επιλέγοντας τεχνίτες και εμπόρους. Καθώς αυτοί σε μεγάλο ποσοστό ήσαν Χριστιανοί, η παρουσία ενός Πατριάρχη θα αποτελούσε παρότρυνση προκειμένου να μετακομίσουν στην Πόλη. Ύστερα από τον επιτυχή επανοικισμό της τουρκικής πια Κωνσταντινούπολης, η πολιτική παροχής φορολογικής απαλλαγής είτε σε Μουσουλμάνους είτε σε Χριστιανούς άρχισε πρώτα να μετριάζεται και στην συνέχεια να μην τηρείται, ώσπου εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά το 1471, οπότε οι ανάγκες του δημοσίου ταμείου απαιτούσαν υψηλότερα έσοδα, κυρίως εξ αιτίας των ατελείωτων στρατιωτικών δαπανών που επέβαλλε ο Μωάμεθ Β'.16
Κατά την περίοδο της σταδιακής κατάργησης των φορολογικών απαλλαγών προς τους κατοίκους της οθωμανικής πρωτεύουσας έχουμε και την πρώτη μνεία για την φορολογία του Πατριάρχη. Αν και τα χρονικά καθώς και τα έγγραφα της εποχής εξιστορούν διάφορα σχετικά με αυτήν, δεν είναι απόλυτα σαφές πως άρχισε. Επειδή υπήρχαν στο Πατριαρχείο διάφορες αντιμαχόμενες παρατάξεις, άλλοι καταλογίζουν ευθύνες σε άλλους. Σ' ένα σύντομο πατριαρχικό χρονικό, π.χ., αναφέρεται ως πρώτος υπαίτιος ο Τραπεζούντιος Συμεών, που έταξε διδόναι τον αυθέντην φλωρία ω' μόνον πατριαρχεύσαι. Στις ημέρες όμως του ίδιου του Συμεών η Ιερά Σύνοδος εξέδωσε ένα έγγραφο με το οποίο καθιστούσε υπαιτίους της φορολογίας τους αντιπάλους του. Άλλες πηγές, όπως είναι επόμενο, αποδίδουν πολλές ευθύνες και στον Ραφαήλ Α'.17
Είναι πάντως βέβαιο πως η πρωτοβουλία για την φορολογία δεν οφειλόταν στον Σουλτάνο, μολονότι αυτός εκείνη την εποχή προσπαθούσε να αυξήσει τα έσοδα του κράτους του, αλλά στα άτομα που κινούνταν γύρω από το Πατριαρχείο, για τα οποία γίνεται λόγος στο προηγούμενο κεφάλαιο. Τα άτομα αυτά για να επιτύχουν τους σκοπούς τους εγκαινίασαν πρακτικές που εφαρμόζονταν στα άλλα Πατριαρχεία, τα οποία ζούσαν κάτω από ισλαμική κυριαρχία. Ήταν γνωστό στην Κωνσταντινούπολη πως οι Πατριάρχες της Ανατολής καταβάλλουν χιλιάδες φλουριά στον Μαμελούκο Σουλτάνο της Αιγύπτου για να πάρουν το υψηλό τους αξίωμα.18
Είναι ωστόσο δυνατό να σκιαγραφηθούν σε γενικές γραμμές ορισμένα από τα γεγονότα που σχετίζονται με την φορολογία του Πατριάρχη. Η χριστιανική κοινωνία της Κωνσταντινούπολης, η οποία είχε ήδη αλλάξει ριζικά με την ερήμωση του 1453 και τις διάφορες μετοικεσίες, μεταβλήθηκε περισσότερο καθώς πολλοί Τραπεζούντιοι προστέθηκαν σ' αυτήν, ύστερα από την προσάρτηση της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών (1461).19 Οι Τραπεζούντιοι, που είχαν αστική παράδοση, οργανώθηκαν πολύ γρήγορα μέσα στην Κωνσταντινούπολη και μετά από πέντε περίπου χρόνια, με κίνητρο, φαίνεται, το τοπικιστικό τους πνεύμα, θέλησαν να έχουν ένα δικό τους Πατριάρχη. Πρόσφεραν, λοιπόν, στον Σουλτάνο 1.000 φλουριά για να εκθρονισθεί ο Μάρκος ο Ξυλοκαράβης, ο οποίος είχε καταλάβει τον πατριαρχικό θρόνο το 1466, και να αντικατασταθεί από τον Τραπεζούντιο Συμεών. Το γεγονός προκάλεσε, όπως ήταν επόμενο, έντονες αντιδράσεις και τότε ανέλαβε πρωτοβουλία η χήρα του Σουλτάνου Μουράτ Β' Μάρα Brankovic,20 η οποία προφανώς φιλοδοξούσε να παίξει κάποιον ρυθμιστικό ρόλο στα ζητήματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Φαίνεται πως διπλασίασε το ποσό σε 2.000 φλουριά και τα πρόσφερε προσωπικά στον Σουλτάνο για να αντικατασταθεί ο Συμεών από τον προστατευόμενο της Διονύσιο, που τότε ήταν μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως. Από τότε το ποσό των 2.000 φλουριών θεσπίθηκε να αποτελεί ένα ετήσιο φόρο προς τον Σουλτάνο και αυτό αναγράφεται στο μπεράτι με το οποίο ο Συμεών ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο το 1483 για τρίτη φορά.21 Το έγγραφο αυτό πιστοποιεί την αξιοπιστία των χρονικών του ΙΣΤ' αιώνα ως προς το ποσό του φόρου του κατέβαλλε ο Πατριάρχης στο ταμείο του οθωμανικού κράτους.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι στο μπεράτι το οφειλόμενο αυτό ποσό δεν κατονομάζεται ως ένα ορισμένο είδος φόρου. Αναφέρεται απλώς ως ποσό κατ' αποκοπήν (maktu), ενώ στις ελληνικές πηγές αναφέρεται κυρίως με τον γενικό όρο χαράτζι. Όσο για τον φόρο που οι πηγές αναφέρουν ως πεσκέσιον, είναι πιθανό να εγκαινιάσθηκε από τον Ραφαήλ με την ευκαιρία της ενθρόνισής του, ίσως στην προσπάθειά του να ενισχύσει την θέση του καθώς είχε σφοδρή αντίδραση εκ μέρους των Ελλήνων. Η χρηματική αυτή προσφορά, που, φαίνεται, ανερχόταν στο ποσό των 500 φλουριών, πρέπει να κατανοηθεί σαν το καθιερωμένο δώρο που χάριζε αυτός που έπαιρνε ένα μπεράτι.22 Τα χρονικά του ΙΣΤ' αιώνα δυστυχώς δεν χρησιμοποιούν πάντοτε τους δύο όρους, χαράτζι και πεσκέσι, με ακριβολογία. Ωστόσο, περιέχουν μία φράση που μας επιτρέπει να παραμερίζουμε την ασάφεια που παρουσιάζουν σε άλλα σημεία τους. Με αφορμή την πατριαρχεία του Ραφαήλ υπάρχει η ακόλουθη παρατήρηση : έστερξεν ότι να δίδει τον κάθεν χρόνον εις την πόρτα του σουλτάνου χαράτζιον φλωρία χιλιάδας δύο, και το πεσκέσιον έκαμαν να δίδεται οπόταν γίνεται νέος πατριάρχης.24
Από τότε θεσπίσθηκε να καταβάλλει ο εκάστοτε Πατριάρχης ένα "εφ' άπαξ" ποσό 500 φλουριών με την ενθρόνισή του, ως δώρο προς τον Σουλτάνο, το οποίο όμως, όπως αναγράφεται σαφώς στο μπεράτι του 1525, πληρωνόταν στο ταμείο του κράτους και όχι στο προσωπικό θησαυροφυλάκιο του Σουλτάνου. Ο Πατριάρχης υποχρεωνόταν να πληρώσει αυτό το ποσό και πάλι, αν ανέβαινε ένας νέος Σουλτάνος στον θρόνο, οπότε επιβαλλόταν η ανανέωση του μπερατιού του.24 Επιπλέον ο Πατριάρχης υποχρεωνόταν κάθε χρόνο να καταβάλλει στο ταμείο του κράτους το κατ' αποκοπήν ποσό των 2.000 φλουριών, το λεγόμενο χαράτζι. Τα δύο πατριαρχικά μπεράτια που εκδίδονται παρακάτω επιβεβαιώνουν την πληροφορία πως το χαράτζι καταβαλλόταν την γιορτή του Αγίου Γεωργίου.25
Οι αυξήσεις των φορολογικών υποχρεώσεων του Πατριάρχη προς την οθωμανική εξουσία συνεχίστηκαν με την πρωτοβουλία διαφόρων μνηστήρων του πατριαρχικού θρόνου και των υποστηρικτών τους. Ο τεχνικός όρος που απαντά στις πηγές για να δηλώσει την προσφορά υψηλότερου ποσού χαρατζιού είναι επανέβασις. Τέλος, ο Ιωαννίκιος, ο αντίπαλος του Ιερεμία Α', το μπεράτι του οποίου εκδίδεται παρακάτω, είχε ανεβάσει τον ετήσιο φόρο σε 5.000 φλουριά.26 Σύμφωνα με το μπεράτι, ο Ιερεμίας Α', προκειμένου ν' ανέβει το 1525 στον πατριαρχικό θρόνο, κατέβαλε ως δώρο στον Σουλτάνο 500 νομίσματα φραγκικής κοπής (hasine-i efrendjiyye)27 και το ποσό των 3.500 φλουριών ως ετήσια οφειλή. Στην περίπτωση του έχουμε ελάττωση του ετήσιου κατ' αποκοπήν ποσού, σχετικά με την οποία μας προσφέρεται μία ξεκάθαρη ερμηνεία από μία πηγή της εποχής : Αφήκε δε και ο αυθέντης εκ του χαρατζίον φλωρία χίλια, και ούτως εδέξατο τον θρόνον. Η επιτυχία αυτή του Ιερεμία ίσως να οφείλεται στον σύνδεσμό του με τον Ιμπραήμ πασά.28 Και στο σημείο πάντως αυτό το έγγραφο πιστοποιεί την αξιοπιστία των χρονικών του ΙΣΤ' αιώνα σχετικά με την φορολογία του Πατριάρχη. Επίσης, και στο μπεράτι του Ιερεμία το οφειλόμενο ετήσιο ποσό αναφέρεται απλώς ως κατ' αποκοπήν (maktu) χωρίς να κατονομάζεται με ένα ορισμένο φορολογικό όρο. Αντίθετα, κατονομάζεται πεσκέσι το ποσό που καταβαλλόταν προς το σουλτανικό θησαυροφυλάκιο, το οποίο όμως δεν αναφέρεται στο μπεράτι του Συμεών. Η εξήγηση για την τελευταία αυτή παράλειψη είναι πιθανότατα ότι και αν ακόμα το πεσκέσι προσφέρθηκε για πρώτη φόρα από τον Ραφαήλ το 1475-1476, δεν είχε επισημοποιηθεί ώστε να αναφέρεται αναγκαστικά στο μπεράτι το 1483.
Επιβάλλεται μία σύγκριση ανάμεσα στο μπεράτι του 1483 και του 1525 σχετικά με τις οικονομικές παροχές του Σουλτάνου προς τον Πατριάρχη. Σύμφωνα με το αρχαιότερο έγγραφο, παραχωρείται στον Συμεών η Παμμακάριστος μαζί με δύο ακόμα εκκλησίες καθώς και με τα αμπέλια, τα σπίτια και τους μύλους, που βρίσκονταν στην περιοχή της, με την διευκρίνιση πως θα είναι ελεύθερος κι απαλλαγμένος από οποιονδήποτε φόρο γι' αυτά (muaf ve müsellem). Επιπρόσθετα παραχωρείται στον Πατριάρχη το δικαίωμα να φέρνει προμήθειες στο μοναστήρι, προφανώς της Παμμακάριστου, χωρίς να καταβάλλει τελωνιακούς δασμούς (gümrük vermeyüp müsellem ola).29 Τίποτε από αυτά δεν αναφέρεται στο μπεράτι του 1525 προς τον Ιερεμία, μολονότι η Παμμακάριστος εξακολουθούσε να αποτελεί την έδρα του Πατριαρχείου.
Προφανώς δεν ίσχυαν πια οι φορολογικές απαλλαγές, οι οποίες είχαν αρχικά παραχωρηθεί, με στόχο την παρότρυνση των Ορθοδόξων Χριστιανών να μετακομίσουν στην Κωνσταντινούπολη. Εκτός από τον Πατριάρχη το οθωμανικό κρατικό ταμείο εισέπραττε φόρους, με τον τύπο του πεσκεσίου, από τους μητροπολίτες και τους επισκόπους, όταν αυτοί διορίζονταν και έπαιρναν το απαιτούμενο μπεράτι τους από τις οθωμανικές αρχές. Υπήρχαν προκαθορισμένα ποσά. Στην περίπτωση των μητροπόλεων επίσης διάφοροι μνηστήρες κάποιου μητροπολιτικού θρόνου πρότειναν στις οθωμανικές αρχές να αυξήσουν το οφειλόμενο ποσό για να εξασφαλίσουν την θέση για τον εαυτό τους. Π.χ., ο πρώτος μητροπολίτης Ναυπλίου μετά την τουρκική κατάκτηση (1540), όταν κινδύνεψε να χάσει τον θρόνο του, ανέβασε το πεσκέσι από 12 σε 30 φλουριά για να τον κρατήσει.30 Τέτοιες όμως ειδήσεις σπανίζουν. Η κατάληψη ενός μητροπολιτικού θρόνου ήταν φυσικά γεγονός δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με την άνοδο στον πατριαρχικό θρόνο. Και οι σύγχρονοι με τα γεγονότα, ενώ έγραψαν πολλά σχετικά με το Πατριαρχείο, αγνόησαν τις μητροπόλεις. Από το μπεράτι του 1525 πληροφορούμαστε πως και οι μητροπολίτες περιοχών, που ήσαν έξω από την οθωμανική επικράτεια, πλήρωναν πεσκέσι.31 Σε περίπτωση που ανέβαινε στον θρόνο νέος Σουλτάνος, οι μητροπολίτες και οι επίσκοποι ήσαν υποχρεωμένοι να επιτύχουν νέο μπεράτι και συνεπώς να ξαναπληρώσουν το πεσκέσι τους. Υπεύθυνος για την καταβολή των φόρων των μητροπολιτών και των επισκόπων προς το οθωμανικό δημόσιο ήταν, όπως προκύπτει από τα δύο πατριαρχικά μπεράτια που δημοσιεύονται παρακάτω, ο ίδιος ο Πατριάρχης.
Στα αρχεία της Τουρκίας έχουν σωθεί οι σειρές των εγγράφων της υπηρεσίας των κρατικών εσόδων των προερχομένων από τους διορισμούς των διαφόρων ιεραρχών (Kalem-i mukataa-i peskopos) από τα μέσα περίπου του ΙΖ' αιώνα και πέρα. Έχει δημοσιευθεί ένας κατάλογος των ετών 1641-1651 με τις συνεισφορές των πεσκεσιών των διαφόρων μητροπόλεων και επισκοπών.32 Παρακάτω εκδίδεται ένα έγγραφο που πιστοποιεί ότι ο επίσκοπος Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας, ο οποίος κατείχε αυτήν την θέση από τα χρόνια του Σουλτάνου Σουλεημάν, ανανέωσε το μπεράτι του με την άνοδο στον θρόνο του Σουλτάνου Σελήμ Β' και πλήρωσε ξανά το εθιμικό του δώρο (adet-i pishkesh), που ανερχόταν στο ποσό των 10 φλουριών. Τα ίδια περίπου χρόνια ο επίσκοπος της Κασσάνδρειας πλήρωνε επίσης για πεσκέσι 10 φλουριά.33
Όπως ήταν φυσικό, η οικονομική υπηρεσία, που είχε επικεφαλής τον ντεφτερντάρη (defterdar),34 η οποία εισέπραττε τον φόρο, ήταν αυτή που εξέδιδε τα μπεράτια. Οι ανώνυμοι χρονογράφοι του ΙΣΤ' αιώνα, αν και παρέχουν αποσπασματικές πληροφορίες, είναι φανερό πως ήσαν άριστα ενημερωμένοι σχετικά μ' αυτήν. Μας πληροφορούν πως όταν ξαναέγινε ο Συμεών Πατριάρχης, υποχρεώθηκε να καταβάλει δύο χιλιάδες φλουριά, γιατί ο προϊστάμενος της οικονομικής υπηρεσίας αρνήθηκε να εισπράξει μόνο χίλια επειδή ευρέθησαν γεγραμμένα χιλιάδες δύο του κυρ Διονυσίου, ο οποίος ήταν ο προκάτοχός του.35 Άλλη παραλλαγή του χρονικού διευκρινίζει για την ίδια περίπτωση πως το ποσό αυτό ήταν γραμμένο στο κατάστιχον της βασιλείας36 που ασφαλώς αποτελεί μετάφραση του όρου defter-i hakani των εγγράφων μας. Τέλος, υπάρχει και η διευκρίνιση σχετικά με τον κανονισμό της οικονομικής υπηρεσίας ως προς τα ποσά των φόρων - τοιαυτην γαρ έχουσι την συνήθειαν, ίva έλαττον ου γραφή μη ζητώσιν, αλλά και πλέον37
Είναι γνωστό πως από τα μέσα του IH' αιώνα και πέρα υπήρχε ένα ειδικό γραφείο για την είσπραξη των φόρων των ιεραρχών, το οποίο ανήκε πάντα στην οικονομική υπηρεσία και το οποίο είχε ως διευθυντή ένα χότζα, αρχιγραμματέα, υφιστάμενο του ντεφτερντάρη και ταυτόχρονα υφιστάμενο του εκπροσώπου του μεγάλου βεζίρη.38 Με άλλα λόγια το γραφείο αυτό ήταν κάτω από τον άμεσο έλεγχο της υπηρεσίας του μεγάλου βεζίρη. Δεν είναι γνωστό αν η γραφειοκρατική αυτή διάρθρωση ήταν η ίδια κατά τον ΙΕ' και τον ΙΣΤ' αιώνα.


1. Βλ. παραπάνω, σ. 54.
2. TREU, Matthaios, σ. 55 · πρβλ. VRYONIS, Decline, σ. 346, υποσ. 279 • Μ.Μ. Acta, II, σ. 92.
3. LOKKEGAARD, Islamic Taxation, σ. 81-87· Α. ABEL, La Djizya : tribut ou rançon ?, Stuhl, 32 (1970) 5-19· ABDAL ΑΖΙΖ DURI, Notes on Taxation in Early Islam, JESHO, 17 ( 1974) 136-144· βλ. και παραπάνω, σ. 22, υποσ. 5.
4. MORAVCSIK, Byzantinoturcica, τ. II, σ. 340-341.
5. Ρ. SCHWARZ, Die Herkunft von arabisch harag (Grund-) Steuer, Der Islam, 6 (1916) 97-99 · πρβλ. ωστόσο και Ρ. Β. GOLDEN, Vyxod : Aspects of Medieval Eastern Slavic-Altaic Culturo-Linguistic Relations, AEMA, 7 (1987-1991) 83-101.
6. Την άποψη αυτή διατυπώνει ο Η. INALCIK, ΕΙ2, λήμμα djizya αλλά με κάποια επιφύλαξη.
7. Β. NEDKOV, Osmanoturska Diplomatika u Paleografìa, Σόφια 1972, τ. II,σ.16.
8. ΖΑΧΑΡΙΑΔΟΥ, Συμβολή, σ. 217-220.
9. Η. W. LOWRY, A Note on the Population and Status of the Athonite Monasteries under Ottoman Rule (ca. 1520), WZKM, 73 (1981) 128, 134-135· είναι σκόπιμο να ειδοποιηθεί ο αναγνώστης πως ο συγγραφέας του άρθρου στις σ. 133-134, όπου εκδίδει ένα έγγραφο με τους αριθμούς των μοναστηριών και των μοναχών, είχε την ατυχία να μεταγράψει την λέξη bab, που σημαίνει ίδρυμα, ως hane, που σημαίνει νοικοκυριό. Τα νοικοκυριά, όπως όλοι ξέρουν, προϋποθέτουν γυναίκες που ποτέ δεν έγιναν δεκτές στον Άθω.
10. BELDICEANU, Actes, τ. Ι, σ. 137· πρβλ. INALCIK, Patriarch, σ. 418-419.
11. Βλ. περισσότερα στην σ. 150.
12. Οι cerekhor ήσαν έκτακτα βοηθητικά σώματα του στρατού που τα αποτελούσαν άνδρες μη-Μουσουλμάνοι, των οποίων τα έξοδα καλύπτονταν από ειδικό φόρο. Ένας μητροπολίτης ήταν απαλλαγμένος από αυτόν τον φόρο. Βλ. INALCIK, Der Islam, 43 (1967) 151 και πρβλ. V. L. MENAGE, Edirne'li Rûhi'ye atfedilen Osmanli tarihinden iki parça, I.H.Uzunçar§ili'ya Armagan, Άγκυρα 1976, σ. 325· επίσης P. FODOR, The Way of a Seljuq Institution to Hungary : the Cerehor, AcOrHung, 38 (1984) 367-399.
13. INALCIK, Fatih devri, σ. 151, 159.
14. INALCIK, Archival Material, σ. 447. Βλ. και παραπάνω, σ. 47.
15. MORAVCSIK, Byzantinoturcica, τ. II, σ. 255. Α. Κ. S. LAMBTON, ΕΙ2,λήμμα pishkaslv Ιστορία, σ. 43 : πεσκέσιον, τουτέστι δώρον οτε νεωστί πατριάρχης γίνεται., και σ. 200 πεσκέσιον ήτοι κανίσκιον πρβλ. GALLOTTA, Venise et l'empire ottoman, σ. 115 · INALCIK, Patriarch, σ. 422. 
16. INALCIK, Istanbul, σ. 241-245.
17. LAURENT, Premiers patriarches, σ. 233· ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιερός Κώδιξ, σ.90, 94· Έκθεσις, σ. 32 · Ιστορία, σ. 127.
18.ΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ,σ. 122.
19. Σχετικά με την παρουσία Τραπεζουντίων στην οθωμανική πρωτεύουσα βλ. και την ουσιωδέστατη βιβλιοκρισία του Ο. ΛΑΜΨΙΔΗ, ΑΚΜΣ, 7(1988-1989) 316-319.
20. Βλ. παραπάνω, σ. 69-70.
21. Βλ. παρακάτω, εγγρ. 1 • πρβλ. και Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ-ΚΕΡΑΜΕΥΣ, Περί της τρίτης πατριαρχείας Συμεών του Τραπεζουντίου, ΔΙΕΕΕ, 3 (1889) 485.
22. Βλ. παραπάνω, σ. 47· πρβλ. πάντως και Β. Κ. ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ, Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ραφαήλ Α' και το πατριαρχικόν χαράτσιον, Νέος Ποιμήν, 1 (1919)333-339.
23. Ιστορία, σ. 112. Στο σημείο αυτό επιβάλλονται μερικές διευκρινίσεις σχετικά με αυτά που γράφει ο Π. ΚΟΝΟΡΤΑΣ, Οθωμανική κρίση, σ. 56, 59, 61 · ο συγγραφέας δεν επέτυχε την σωστή κατανόηση των δύο όρων με αποτέλεσμα να παραθέτει μία εντυπωσιακή αυξομείωση του πεσκεσιού, που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ώστε να μην ευσταθούν οι δύο πίνακες του. Το ότι το πεσκέσι κατά το πρώτο μισό του ΙΣΤ' αιώνα ήταν 500 φλουριά φαίνεται σαφέστατα από το μπεράτι του 1525, το οποίο ο κ. Κονόρτας έχει χρησιμοποιήσει και στην διατριβή του.
24. Βλ. παρακάτω, έγγραφο 10 · INALCIK, Patriarch, 423.
25. Ιστορία, σ. 171. Η γιορτή του Αγίου Γεωργίου ίσως να ήταν προθεσμία καταβολής φόρου και για τους Αγιορείτες, αν κρίνουμε από το σημείωμα που διασώθηκε σε ένα κώδικα : η εις τον Φεβρουάριον μήνα έρχονται οι Αγιορίται μετά του αυθεντικού χαρατζίου δια ξηράς ή τον Άπρίλιον βλ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ-ΚΕΡΑΜΕΥΣ, IB, i.V, σ. 43. Η λατρεία του Αγίου Γεωργίου είχε διαδοθεί και ανάμεσα στους Τούρκους- βλ. Α. Y. OCAK, XIII.-XV. yüzyillarda Anadolu'da Türk-Hiristiyan dinî etkile§imler ve Aya Yorgi (Saint Georges) kültü, Belleten, 55 (1991) 661-673. Για την γιορτή του Αγίου, που ήταν και είναι μέρα με ξεχωριστή σημασία για τους βαλκανικούς λαούς, βλ. G. SCHUBERT, Der Heilige Georg und der Georgtag auf dem Balkan, ZfB, 25 (1985) 80-105.
26. Για τις αυξήσεις των οφειλών του Πατριάρχη προς τον Σουλτάνο βλ. Ιστορία, σ. 40, 42, 43, 104, 106, 112, 116, 127, 136, 139, 154. Στο χρονικό σημείωμα, που εξέδωσε ο LAURENT, Premiers patriarches, σ. 233-234, τα στοιχεία σχετικά με τις οφειλές παρουσιάζουν μερικές μικροδιαφορές που δεν αξίζει, νομίζω, να αναλυθούν.
27. FEKETE, Siyakat, τ. Ι, σ. 238-239· για τα οθωμανικά χρυσά νομίσματα, τα φλουριά, βλ. Ν. BELDICEANU - IRENE BELDICEANU-STEINHERR, Les informations les plus anciennes sur les florins ottomans, A Festschrift Presented to Ibrahim Artuk on the Occasion of the 20th Anniversary of the Turkish Numismatic Society, Istanbul 1988, σ. 49-64.
28. Έκθεσις, α. 77.
29. Παρακάτω, έγγραφο 1.
30. ΖΑΧΑΡΙΑΔΟΥ, Διονύσιος Β', σ. 152.
31. Παρακάτω, έγγραφο 7.
32. INALCIK, Archival Material, σ. 441-444.
33. Παρακάτω, έγγραφα 9 και 10. Ας παρατηρηθεί εδώ πως τα ποσά που πλήρωναν ως πεσκέσι οι επίσκοποι της Λέρου και της Κασσάνδρειας, αλλά ακόμα και τα 6 φλουριά της Καρπάθου, είναι μεγάλα σε σύγκριση με το πεσκέσι των πέντε φλουριών που πλήρωνε ο Σέρβος μητροπολίτης το 1582· αλλά αυτός ανήκε  σε άλλο Πατριαρχείο· βλ. BOSKOV-BOJANIC, σ. 206.
34. MORAVCSIK, Byzantinoturcica, τ. Π, σ. 118, 307.
35. Έκθεσις, σ. 31.
36. Ιστορία, α. 112.
37. Ιστορία, σ. 42.
38. INALCIK, Archival Material, σ. 440.

.egolpion.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ακούστε ΡΑΔΙΟ ΦΛΟΓΑ ( κάντε κλίκ στην εικόνα)

Ακούστε  ΡΑΔΙΟ ΦΛΟΓΑ ( κάντε  κλίκ στην εικόνα)
(δοκιμαστική περίοδος )